Εκκοσμικευμένη πορεία

 Παναγιώτης Δρακόπουλος


Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία δεν κατόρθωσε να διατηρήση την ενότητα της οικουμένης , για την οποία είχεν αγωνισθή ο Μέγας Αλέξανδρος . διαμελισμός ουσίαν Η ριζική αναδιοργάνωση και ο κατ ' της αυτοκρατορίας από τον Διοκλητιανό εξέφρασε την αναγνώριση του γεγονότος ότι η οικουμένη διακρινόταν ήδη σε δύο ζώνες : την ελληνοκεντρική καί τη λατινοκεντρική . Εις πείσμα του οικουμενικού πνεύματός του , ο χριστιανισμός έπεσε στην αρχή θύμα αυτής της διακρίσεως και , αμέσως μετά , έγινε ο πρωταγωνιστής της .

Είναι αληθές ότι ο εκλατινισμός της δυτικής Εκκλησίας είχεν ολοκληρωθή πριν ακόμη ο Μέγας Κωνσταντίνος καταλάβη την εξουσία . Ο δυτικός χριστιανισμός διατυπώθηκε σε νομική γλώσσα και θεμελιώθηκε πάνω σε μια βίαιη αντίθεση προς το ελληνικό φιλοσοφικό πνεύμα . αρχήν Είναι γεγονος ότι κατ ' όλοι οι χριστιανοί , Ανατολή σ ' και Δύση , εφοβούντο τη φιλοσοφία , αφού την χρησιμοποίησαν ως όπλο τους oι παγανιστές για να ωθήσουν τον χριστιανισμό μέσα στη χοάνη του συγκριτισμού . Όταν οι χριστιανοί ερωτούν ποια πρέπει να είναι η στάση τους έναντι της φιλοσοφίας , ερωτούν όχι περί μιας στάσεως του πνεύματος , όχι περί ενός τρόπου του σκέπτεσθαι , αλλά περί ενός κινδύνου , μιας απειλής . Πρέπει εδώ να σημειωθή ότι ο παγανιστικός κόσμος δεν απέρριπτε το χριστιανισμό · τον προσελάμβανε , όμως , μέσω της συγκριτιστικής αντιλήψεως τον γνωστικισμού . Ο γνωστικισμός πίστευε ότι όλες οι θρησκείες είναι εξ ισου αληθείς , αφού όλες είναι μύθοι που συμβολίζουν την ίδια θεμελιώδη και έσχατη αλήθεια . Ως εξ αυτού ο αυτοκράτωρ Αλέξανδρος Σεβήρος είχε στο ιδιωτικό του ναϋδριο αγάλματα του Αβραάμ , του Ορφέως , του Ιησού και του Απολλωνίου Τυανέως , ενώ ο Μάνης θεωρούσε προφήτες του τον Βούδδα , τον Ζωροάστρη και τον Ιησού . Εξ άλλου , ο φιλοσοφικός προβληματισμός , οσοδήποτε καλόπιστος κι αν ήταν , έθετε ερωτήματα στα οποία η απάντηση δεν ήταν εύκολη , αφού ο χριστιανισμός δεν είχε ακόμη διαμορφώσει κάποιο δόγμα , κάποιο σταθερό πνευματικό πλαίσιο . Δεν υπήρχε απάντηση ούτε καν στο ερώτημα , ποια είναι τα κείμενα της χριστιανικής γραμματείας . Μεταξύ των πιστών κυκλοφορούσε μέγας αριθμός αποκρύφων Ευαγγελίων , Πράξεων και Αποκαλύψεων . Σύγχυσις υπήρχε ακόμη και για τα Ευαγγέλια . Πολλοί Ρωμαίοι απέρριπταν το Ευαγγέλιο και την Αποκάλυψη του Ιωάννου , ενώ εδέχοντο την ( απόκρυφο ) Αποκάλυψη του Πέτρου . Τα σύνορα μεταξύ ορθοδοξίας και αιρέσεως ήσαν ακόμη ρευστά , και μπορούσες πάρα πολύ εύκολα να περάσης από τη μία όχθη στην άλλη . Οι αιρετικοί αυτοί , γοητευμένοι τελικώς από την α ή β παραλλαγή του γνωστικισμού , αποκαλούν συνέχιζαν ν ' τους εαυτούς των χριστιανούς . Αυτό το πρόσθετο στοιχείο συγχύσεως ανάγκασε τον Ιουστίνο να διαμαρτυρηθή : « πάντες οι από τούτων ορμώμενοι , ως έφημεν , Χριστιανοί καλούνται , ον τρόπον και oι ου κοινωνούντες των αυτών δογμάτων τοις φιλοσόφοις το επικατηγορούμενον όνομα της φιλοσοφίας κοινόν έχονσιν »( 46 ) [ Απολογία , Α 26] . Καθώς παρατηρεί ο Π . Χρήστου : Ο γνωστικισμός « ήτο εν φάντασμα το οποίον εδίωκε κατά πόδας τον χριστιανισμόν και περιεπλέκετο εις αυτούς επί δύο τουλάχιστον αιώνας . Αυτό είχε κατανοηθή ήδη υπό των Αποστόλων , δύο των οποίων κατέστησαν ιδιαιτέρως προσεκτικούς τους μαθητάς των " βλέπετε μη τις υμάς ο συλαγωγών διά της φιλοσοφίας και κενής απάτης κατά την παράδοσιν των ανθρώπων , κατά τα στοιχεία του κόσμου , και ου κατά Χριστόν " · " ουκ έστιν αύτη η σοφία άνωθεν κατερχομένη , αλλά επίγειος , ψυχική , δαιμονιώδης . " »

Αυτή , λοιπόν , τη φιλοσοφία αισθάνθηκαν ως άμεσο κίνδυνο , oι πρώτοι χριστιανοί . Βεβαίως , δεν επετέθησαν μόνον εναντίον αυτής . Αφού ο γνωστικισμός ανήγαγε εαυτόν στους προσωκρατικούς , τον Πλάτωνα και τους άλλους , oι χριστιανοί αισθάνθηκαν την ανάγκη να κρατήσουν απόσταση ασφαλείας από το σύνολο της φιλοσοφικής παραδόσεως .

όταν Αλλ ' ο Τερτυλλιανός διατυπώνει το περίφημο ερώτημα « Τι κοινόν έχει η Αθήνα με την Ιερουσαλήμ ? » [ De Praescriptione , 7], και θεωρεί αυτονόητη την αρνητική απάντηση , έχουμε κάνει ένα βήμα πέρα από την επιφύλαξη προς τη φιλοσοφία · έχουμε κάνει ένα πολύ σοβαρό βήμα , ένα μοιραίο βήμα προς την πολιτισμική σύγκρουση . Ερωτά ο Τερτυλλιανός : « Τι κοινό έχουν ο φιλόσοφος κι ο χριστιανός ? Ο μαθητής της Ελλάδος κι ο μαθητής του ουρανού ? O εργαζόμενος για τη φήμη κι ο εργαζόμενος για τη ζωή ? O άνθρωπος των λόγων κι ο άνθρωπος των έργων , ο χαλαστής κι ο οικοδόμος ? Ο φίλος κι ο εχθρός της πλάνης ? O διαφθορέας της αλήθειας και ο τηρητής κι εκφραστής της , ο κλέφτης κι ο φρουρός της ? » [ Αpοlogeticus , XLVI 18]

αυτά Η πολιτισμική σύγκρουση γίνεται πιο φανερή εάν αντιπαραβάλουμε σ ' τα ερωτήματα που εκβιάζουν ρητορικώ τω τρόπω τις αρνητικές απαντήσεις , τις θέσεις των ελλήνων χριστιανών της ιδίας περιόδου . Οι Έλληνες χριστιανοί αντέκρουσαν με σφοδρότητα τη στωική θεωρία κατά την οποία η φιλοσοφία είναι οδός λυτρώσεως της ψυχής . Εν τούτοις , ο Ιουστίνος δηλώνει κατηγορηματικώς : « έστι γαρ τω όντι φιλοσοφία μέγιστον κτήμα και τιμιώτατον θεώ , ω τε προσάγει και συνίστησιν ημάς μόνη , και όσιοι ως αληθώς ούτοί εισιν οι φιλοσοφία τον νουν προσεσχηκότες »( 47 ) [ Διάλογος προς Τρύφωνα , 2, 1 ]. Κλήμης ο Αλεξανδρεύς υποστηρίζει « ότι ο αυτός θεός αμφοίν ταις διαθήκαις χορηγός , ο και της ελληνικής φιλοσοφίας δοτήρ τοις Έλλησιν , δι ' ης ο παντοκράτωρ παρ ' Έλλησι δοξάζεται ... επεί , ότι καθάπερ Ιουδαίους σώζεσθαι ηβούλετο ο θεός τους προφήτας διδούς , ούτως και Ελλήνων τους δοκιμωτάτους οικείους αυτών τη διαλέκτω προφήτας αναστήσας »( 48 ) [Iv] Στρωματείς . Και εν συνεχεία : « κατά καιρόν εδόθη νόμος μεν και προφήται βαρβάροις , φιλοσοφία δε Έλλησι » [ αυτόθι . , VI ].

Εύλογον είναι το ερώτημα : ποιά ήταν η αιτία της αντιθέσεως ? Την απάντηση δίνει επιγραμματικά ο Παν . Χρήστου : « Όλοι οι Έλληνες απολογηταί της αρχαίας Εκκλησίας ήσαν απόφοιτοι φιλοσοφικών σχολών , άνθρωποι του τρίβωνος , ενώ όλοι οι Λατίνοι απολογηταί της ιδίας περιόδου ήσαν απόφοιτοι νομικών σχολών , άνθρωποι της τηβέννου » . Αυτή η διάκριση δεν παρουσιάζει μιαν απλή σύμπτωση αποκαλύπτει δύο διαφορετικές προσλήψεις του κόσμου , δύο διαφορετικά κοσμοείδωλα . Το σχήμα « Έλληνες - φιλοσοφία , Λατίνοι - νομικά » ορίζεται από δυνάμεις βάθους , από δυνάμεις που ανάγονται στο εθνοψυχολογικό υπόστρωμα , στη δομή της γλώσσας , στην κοινωνικο - πολιτειακή οργάνωση , καθώς και στο σημασιολογικό πλέγμα μέσω του οποίου αρθρώθηκε και διά του οποίου επέβαλε την εξουσία της αυτή η οργάνωση .

Ο Τερτυλλιανός είναι ο πρώτος χριστιανός που έγραψε στα λατινικά , όχι διότι δεν εγνώριζε ελληνικά , επειδή αλλ ' ήθελε να μα χρησιμοποιή ο χριστιανισμός την φιλοσοφική ελληνική γλώσσα . Και πράγματι , εισήγαγε αντί των φιλοσοφικών μια σειρά νομικές έννοιες : Πολλές νομικές φράσεις και όροι από την πραγματεία του κατά του Πραξέα [ Adversus Praxean ] μονιμοποιήθηκαν στο δυτικό λεξιλόγιο και χρησιμοποιούνται σε κάθε συζήτηση περί της αγ.Τριάδος και του Ιησού . Πρέπει εδώ να σημειωθή ότι ο Τερτυλλιανός διετύπωσε και την θεωρία κατά την οποία η αμαρτία είναι παράβασις νόμον και επισύρει ποινήν , ενώ η αρετή υποχρεώνει τον Θεό στην απόδοση ανταμοιβής . O νομικισμός αυτός κατευθύνει και σήμερα ακόμη τα βήματα τόσον του παπισμού όσον και των ποικίλων μεταρρυθμιστικών Εκκλησιών .

Τον νόμο επικαλείται ο Τερτυλλιανός ακόμη και στην πνευματική αντιμετώπιση των εχθρών της Εκκλησίας . ένα Σ ' αποκαλυπτικό των - ας μου επιτραπή η έκφραση - στρατοπεδικών και ολοκληρωτικών διαθέσεών του κείμενο , υποστηρίζει πως η Βίβλος είναι ιδιοκτησία ( περιουσία ) της Εκκλησίας και , συνεπώς , η χρησιμοποίησή της από μη μέλη της Εκκλησίας ( αιρετικούς , εθνικούς κ.τ. ό . ) συνιστά σφετερισμόν αλλοτρίου αγαθού . Άρα , η Εκκλησία οφείλει να ζητήση την επέμβαση της πολιτείας για την απαγόρευση της ελευθέρας αναγνώσεως των αγίων Γραφών [ De Praescriptione . 37] .

Η ΠΑΓΙΔΕΥΣΗ του χριστιανισμού στην πολιτισμική αντίθεση Ανατολής και Δύσεως φανερώθηκε με τα γεγονότα της « Περί το Πάσχα έριδος » , δηλαδή περί του πότε πρέπει να εορτάζεται η Ανάσταση . Το 192, όταν η αυτοκρατορία ζούσε τις εφιαλτικές τελευταίες ημέρες του κτηνώδους Κομμόδου , όταν oι χριστιανοί ήσαν υπό διωγμόν ακόμη , ο επίσκοπος Ρώμης Βίκτωρ προκάλεσε την έριδα . Κι αποκαλυπτικό της νοοτροπίας που επικρατούσε , είναι ότι ο των « Ρωμαίων προεστώς Βίκτωρ αθρόως της Ασίας πάσης άμα ταις ομόροις εκκλησίαις τας παροικίας αποτέμνειν , ως αv ετεροδοξούσας , της κοινής ενώσεως πειράται και στηλιτεύει γε διά γραμμάτων ακοινωνήτους πάντας άρδην τους εκείσε ανακηρύττων αδελφούς »( 49 ) [ Ευσεβίου , Εκκλησιαστική Ιστορία , Ε ' 24]. Έτσι , ο αφρικανικής καταγωγής Βίκτωρ , 13ος επίσκοπος από της ιδρύσεως της εκκλησίας Ρώμης , οδήγησε τον χριστιανισμό στην οδό του σχίσματος , και θα ολοκλήρωνε το δυσοίωνο έργο του , αν δεν επενέβαινε ο Ειρηναίος Λυώνος . Αξιοσημείωτη παρατήρηση : ο Βίκτωρ φέρεται ως ο πρώτος επίσκοπος Ρώμης που ομιλεί και γράφει λατινικά .

αιώνa Τον γ ' , και ενώ η αυτοκρατορία είχε βυθισθή στην αιματηρή παρακμή της , ο Στέφανος Ρώμης έθεσε θέμα πρωτείου έναντι των άλλων εκκλησιών , με το αιτιολογικόν ότι η Ρώμη είναι « cathedra Petri » - η καθέδρα του Πέτρου . αυτή Σ » την αξίωση αντετάχθη βιαίως ο Κυπριανός Καρχηδόνος , κατά τον οποίον όλοι οι επίσκοποι , όπως και oι απόστολοι , είναι ίσοι μεταξύ των . Η σφοδρή αντιδικία υπεχώρησε με το θάνατο του Στεφάνου το 256 και το μαρτύριο του Κυπριανού την 14η Σεπτεμβρίου 258. Υπεχώρησε , αλλά δεν ξεχάστηχε .

Η μεταφορά της έδρας της αυτοκρατορίας από τη Ρώμη στο Βυζάντιο , δεν ήταν πράξη χωρίς τεράστιες πνευματικές συνέπειες . Αυτό που ο Τερτυλλιανός . ήθελε για τη γλώσσα , το έκανε ο Μέγας Κωνσταντίνος για την καρδιά Imperίum του : η Κωνσταντινούπολις έγινε η χριστιανική πρωτεύουσα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας . ( έτσι Αλλ ', συνέβη ό , αποκλείση τι ήθελε ν ' ο Τερτυλλιανός : η αλλαγή πόλεως ευνοούσε τους Έλληνες !) αυτόν Η ελληνική εκκλησία κληρονόμησε κατ ' τον τρόπον ό , τι καλύτερο διέθετε η Ρώμη , και μπόρεσε ν ' αναπτυχθή κάτω από την προστατευτική όμπρέλα του νόμου και της τάξεως , έχοντας στα χέρια της την παιδεία . Το αντίθετο συνέβη στη Ρώμη : oι Λατίνοι έπρεπε ν ' αναπτυχθούν χωρίς ισχυρό κέντρο εξουσίας στο πλευρό τους , αντιμετωπίζοντας κατά το δοκούν τα κύματα των βαρβάρων . Oι ορδές έπρεπε να προσηλυτισθούν στη θρησκεία και το νόμο , έπρεπε να γίνουν κράτος , ένα έπρεπε να ενταχθούν μέσα σ ' ισόρροπο σύστημα σχέσεων . O επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως είχε δίπλα του τον αυτοκράτορα · ο επίσκοπος Ρώμης έμεινε μόνος . Κατά κάποιο τρόπο , ήταν υποχρεωμένος να καλύψη το κενό εξουσίας . Και το έκανε .

Οι δύο εκκλησίες θα βαδίσουν διαφορετικούς δρόμους . Η ελληνική Ανατολή θα οραματισθή τη θέωση του ανθρώπου , ενώ η λατινική Δύση την καταξίωσή του . Η Ανατολή θα βυθισθή στο ερωτικό πάθος , ενώ η Δύση θα θηρεύση τον χρησιμισμό . Η Ανατολή οικονομεί τον κόσμο μεταβάλλοντας τη Δύναμη σε πνεύμα , ενώ η Δύση μάχεται τον κόσμο και τελικώς προσλαμβάνεται από αυτόν μετατρέποντας το Πνεύμα σε δύναμη . Αυτή η πρόσληψη της εκκλησίας από τον κόσμο , ονομάζεται εκκοσμίκευση( 50 ).

Η ιστορία της ρωμαϊκής εκκλησίας είναι ιστορία μιας εκκοσμικευτικής διαδικασίας . Δεν πρόκειται , βεβαίως , να την παρουσιάσω εδώ · θα αναφερθώ μόνον σε ορισμένα καθοριστικά σημεία , που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τη μεγάλη κρίση που άρχισε με την άνοδο των αστών .

ΤΟΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟ του 380 ο Μέγας Θεοδόσιος ανεγνώρισε το χριστιανισμό ως την επίσημο θρησκεία του κράτους και 8η την Νοεμβρίου του 392 έθεσε εκτός νόμου τις αρχαίες θρησκείες . αυτόν Κατ ' τον τρόπο , η χριστιανική εκκλησία προσεχλήθη επισήμως να συμμετάσχη στο τραπέζι της εγκοσμίου εξουσίας . Υπήρχαν ήδη αρκετές ενδείξεις μιας θετικής ανταποκρίσεως . Π.χ. , αι ήδη από τον γ '. , στον επίσκοπο απευθυνόσουν όπως προς ηγεμονικό αφηρημένο : " η υψηλότης Σας " , κ.τ.ο. Ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε ήδη δώσει στους επισκόπους εξουσία δικαστική για ορισμένες περιπτώσεις . Ο ίδιος αυτοκράτωρ απένειμε το 313 τον υψηλό κοσμικό τίτλο inlustris του ( εκλαμπρότατος ) σε κάθε μέλος του ανωτέρου κλήρου . Η Σύνοδος της Arles το 314 απηύθυνε στον επίσκοπο Ρώμης τον τίτλο Gloriosissime papa ( ενδοξότατε πατέρα )- τίτλος αιώνα ο οποίος από τον στ ' καθιερώθηκε . Την ίδια εποχή εμφανίζονται τα διάσημα ( διακριτικά ) των επισκόπων : μίτρα κ.α. Ο ασπασμός της επισκοπικής χειρός εισήχθη τον 4ο αι .

Tο διάταγμα του Θεοδοσίου ουτε ίδρυσε ουτε νομιμοποίησε την εκκλησία · την κατέστησε , όμως , συμμέτοχο της αυτοκρατορικής εξουσίας . Ο Ρώμης Δάμασος (π. 304-384 ), αντελήφθη αμέσως τις νέες δυνατότητες κι άρχισε να ενεργή ως ηγέτης πολιτειακού θεσμού . Επανέφερε αμέσως τη θεωρία κατά την οποία η Ρώμη είναι cathedra Petri , της έδωσε όμως μια νέα διάσταση : όταν ο Ιησούς ανεκήρυξε τον Πέτρο αρχηγό της εκκλησίας , δεν όρισε μόνο μιαν ιστορική διαδοχή , έκαμε αλλ ' μεταβίβαση εξουσίας . Ο Πέτρος , λοιπόν , δεν είναι απλώς ο επόμενος του Ιησού , ο αλλ ' αναμφισβήτητος και απόλυτος κληρονόμος της εξουσίας του . Συνεπώς , ο εκάστοτε επίσκοπος Ρώμης είναι ο δικαιούχος και κληρονόμος της εξουσίας του Πέτρου . αυτό Γι ' ακριβώς και ο Δάμασος εισάγει νέο ύφος : oι επιστολές του έχουν τη μορφή διαταγμάτων , ο λόγος του , είναι λόγος ηγεμόνος .

Ο Δάμασος προσπάθησε να εμπεδώση την ηγεμονία του · και αντελήφθη ότι για να επιτύχη πρέπει να αφήση την ελληνική γλώσσα στην Ανατολή και να θεσπίση ως γλώσσα της εκκλησίας του τη λατινική . Το όραμα του Τερτυλλιανού δικαιώθηκε : ο Δάμασος όρισε ως γλώσσα της Θείας Λειτουργίας τη λατινική . Kαι όχι μόνον αυτό . Κατανοώντας ότι η εξουσία δείχνει προς όλους την ισχύ της με τα κτίριά της ( ας μη λησμονούμε ότι η γλώσσα της εξουσίας είναι πάντοτε μνημειακή ) , οικοδόμησε ναούς , ανακαίνισε παλαιούς ναούς και κατακόμβες , φροντίζοντας για την αισθητική τους ( ο Έλλην Διονύσιος Φιλόκαλος , ένας καλλιγράφος , διεκόσμησε με επιγράμματα στη λατινική δεκάδες ναούς , τάφους και λειψανοθήκες ) . Έτσι , εκτός των μνημείων , ο Δάμασος επέβαλε τη λατινική γλώσσα . Το σημαντικώτερο , όμως , βήμα του προς τον αφελληνισμό της Δύσεως , ένα ήταν η ανάθεση σ ' λόγιο από τη Δαλματία , τον Ιερώνυμο , της μεταφράσεως στη λατινική γλώσσα της Αγίας Γραφής . Η μετάφραση του Ιερωνύμου , γνωστή ως Vulgata , είχε τεραστία επίδραση στον δυτικό κόσμο . Κατάστικτη από όρους και έννοιες του ρωμαϊκου δικαίου , η Vulgata βρίσκεται στο υπέδαφος των πολιτειακών εξελίξεων του αρχικού και μέσου Μεσαίωνος . Τη σημασία αυτού του όπλου , μπορούμε να την δούμε και αρνητικά : το μεγαλύτερο όπλο στα χέρια των μεταρρυθμιστικών κινήσεων ήταν η μετάφραση της Βίβλου στις εθνικές γλώσσες . Ο παπισμός αντέδρασε , και το 1080 περίπου απηγορεύθη αυστηρώς όχι μόνον η μετάφραση αλλά και η απλή ανάγνωση της Βίβλου . Εν τούτοις , αι από τον ιγ ' . άρχισε η κυκλοφορία μεταφράσεων σε διάφορες γλώσσες . αι H Μεταρρύθμιση του ιστ ' . εγνώριζε πως η απαλλαγή από τον παπισμό σήμαινε απαλλαγή από τη λατινική γλώσσα , και σύνδεσε τη μοίρα της με τη μετάφραση της Βίβλου : χωρίς τη μετάφραση του Λουθήρου στα γερμανικά , του Zwingli στα γερμανικά επίσης , του Lefevre στα γαλλικά , του Peterson στα δανικά ή του Tyndale στα αγγλικά ( για να μην αναφερθώ σε άλλους όχι λιγώτερο αξιομνημόνευτους ) , η Μεταρρύθμιση θα είχε συντριβή .

Θα γίνη περισσότερο αντιληπτή η μάχη για τη μετάφραση της Βίβλου , εάν στοχασθούμε το έργο του μεταφραστού . « Hμετάφραση είναι ερμηνεία του πρωτοτύπου . Ασφαλώς , κάθε ανάγνωση , κάθε διατύπωση , κι ακόμη κάθε πρόσληψη είναι ερμηνεία . Αλλά η μετάφραση θέτει το πλαίσιο εντός του οποίου θα κινηθή η ερμηνεία του αναγνώστου . Μεταφέροντας από τη μια γλώσσα στην άλλη , ο μεταφραστής επιλέγει κατά τρόπο δεσμευτικό . λόγος Λαμπρό παράδειγμα προσφέρει η μεταφραστική μοίρα της λέξεως » στα λατινικά : απεδόθη λόγος ως , oratio , definitio , ratiocinatio , sermo , disputatio , argumentatio , verbum ή και proportio · δεν χρειάζεται να είσαι ο ίδιος ο Οβίδιος για να καταπλαγής με τις μεταμορφώσεις μιάς και μόνο λέξεως .

αυτό απ ' Έπειτ » , ας επιστρέψουμε στον Ιερώνυμο . Δύο - τρία βιογραφικά θα μας πουν πολλά για το έργο του . Σπούδασε στη Ρώμη , ήταν μαθητής του περίφημου γραμματικού και ρήτορος Δονάτου . Το 379 πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να μελετήση τις άγιες Γραφές υπό τον άγ . Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό , μα δεν ικανοποιήθηκε . Έφυγε για τη Ρώμη όπου έγινε γραμματέας του Δαμάσου . Μετά τον θάνατο του Δαμάσου πήγε στην Βηθλεέμ να ασκητεύση . Εις πάσαν ευκαιρίαν επετίθετο κατά της Ορθοδοξίας και των Ελλήνων . Ο πνευματικός του κόσμος ήταν καθαρώς λατινικός . Είναι χαρακτηριστικό ένα όνειρο που είδε κατά τη Σαρακοστή του 374: « ξαφνικά » , γράφει στη φίλη του μοναχή Ευστόχιον , έφερε « με άρπαξε ενα πνεύμα και μ ' ενώπιον του φοβερού βήματος του Κριτού . Το φως γύρω ήταν τόσο λαμπρό , κι όσοι παραστέκονταν ήσαν τόσο αστραφτεροί , ώστε έπεσα στο έδαφος και δεν τολμούσα να κοιτάξω . Ρωτήθηκα ποιος και τι είμαι , κι απάντησα « είμαι ένας χριστιανός » . αυτός Αλλ ' που καθόταν στον θρόνο είπε : « Συ πράττεις ως ακόλουθος του Κικέρωνος και ουχί του Χριστού . Διότι γέγραπται : όπου γαρ έστιν ο θησαυρός σου , εκεί έσται και η καρδία σου » [ Εpistulae , PL , ΧΧΙΙ , 35]. Επρόκειτο , βεβαίως , για εφιάλτη . ο Αλλ ' Walsh δεν τον βρίσκει εντελώς αδικαιολόγητο : « οι πολεμικές πραγματείες του » , γράφει , « απηχούν κικερώνειο φρασεολογία και τεχνική » . Και νομίζω πως αυτά αρκούν για να εντοπίσουμε το μεταφραστικό πλαίσιο εντός του οποίου αρθρώθηκε η Vulgata .

ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ αποφασιστικό βήμα στην εκκοσμικευτική πορεία της λατινικής εκκλησίας και στη διεύρυνση του ρήγματος Ανατολής και Δύσεως , στάθηκε το έργο του πάπα Λέοντος Α ' ( ? -461 ) . Ο Λέων ήταν άνθρωπος ενεργητικός και ικανός . Βαθειά επηρεασμένος από το αρχαίο μεγαλείο , αδιαφόρησε για τις απαισιόδοξες σκέψεις του αγ . Αυγουστίνου περί του τέλους της Ρώμης . Αντιθέτως : χρησιμοποίησε τον χριστιανισμό για να επαναφέρη την ισχύ της αιωνίας πόλεως . ένα Σ ' κήρυγμά του την 29η Ιουνίου , εορτή των αποστόλων Πέτρου και Παύλου , υπεστήριξε ότι oι δύο αυτοί απόστολοι κατέχουν τη θέση που είχαν οι Ρώμος και Ρωμύλος ως προστάτες της πόλεως .

Ό , τι εδώ μας ενδιαφέρει , ό , τι αποσπούμε από το έργο της πραγματικά πολυσήμαντης αυτής προσωπικότητος , είναι η λεγομένη λεόντειος θεωρία . αυτήν Κατ ' ο πάπας είναι ο κληρονόμος της ισχύος και των αξιωμάτων που έδωσε ο Ιησούς Χριστός στον Πέτρο . Ο Λέων συμμερίζεται τις λεγόμενες « πετρίνειες » απόψεις του Στεφάνου και του Δαμάσου , κατά τις οποίες η εκκλησία δεν είναι μόνο μια ιδιαίτερη κοινωνία , αλλά και ένας θεσμός · κι ακόμη , ότι ο Ιησούς δεν προσέφερε στον Πέτρο απλώς και μόνο μια πρωτοκαθεδρία , αλλά πλήρη και αναμφισβήτητη μοναρχική εξουσία( 51 ). Επικαλούμενος το ρωμαϊκό δίκαιο , ο Λέων ισχυρίστηκε ότι η απόλυτος εξουσία που εδόθη στον Πέτρο , είναι ανεξάρτητη από το πρόσωπο και μεταβιβάζεται εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς στον εκάστοτε διάδοχό του επίσκοπο Ρώμης : « Ο Πέτρος παραμένει η ισχυρά πέτρα , κατά την εντολήν που έλαβε και δεν εγκατέλειψε το πηδάλιο της εκκλησίας το οποίον του ανετέθη . Διότι εχειροτονήθη προ των άλλων , και απεκλήθη Πέτρα , και ανεκηρύχθη Ιδρυτής , και κατέστη Φύλαξ της επουρανίου βασιλείας , και εχρίσθη Κριτής έχων εξουσίαν δεσμείν και λύειν , του οποίου η κρίσις ισχύει εις τους ουρανούς . Από όλους αυτούς τους μυστικούς τίτλους αντιλαμβανόμεθα τον σύνδεσμόν του με τον Χριστόν . Και ακόμη σήμερον εκπληροί πλήρως και αποτελεσματικώς όλα τα καθήκοντα δι ' ων επεφορτίσθη προς δόξαν του Κυρίου . Και συνεπώς , οιοσδήποτε εξ ημών [ των επισκόπων Ρώμης ] , νομίμως ενεργεί και νομίμως θεσπίζει διότι άπασα η ισχύς του Πέτρου και η εξουσία του ζη και παραμένει στην επισκοπική έδρα της Ρώμης » Sermones [ , 117] .

Έτσι , ο Πάπας είναι haeres beati Petri , διάδοχος τοy μακαρίου Πέτρου . Είναι ο Πέτρος ο οποίος συνεχίζει να ενεργή διά μέσου του εκάστοτε πάπα . Η ουσιώδης προσθήκη στις θεωρίες των Στεφάνου και Δαμάσου , έγκειται στην πλήρη διάκριση των εξουσιών από το πρόσωπο που ασκεί την εξουσία . Η εξουσία του Πέτρου ανήκει στην έδρα και όχι στο πρόσωπο του Αποστόλου . Συνεπώς , ο πάπας κατέχει ό , πληρότητα εξουσίας τι ο Λέων απεκάλεσε " ( plenitudo potestatis ) καί , άκολουθίαν κατ ' , είναι principatus - άλλος ένας όρος του ρωμαϊκου δικαίου - , χωρίς καμιά προϋπόθεση , χωρίς ούτε καν την προϋπόθεση να είναι κληρικός . Πάπας μπορούσε να εκλεγή οίοσδήποτε χριστιανός · κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνος πολλοί εξελέγησαν πάπες χωρίς να έχουν χειροτονηθή ιερείς επίσκοποι και , ακόμη , χωρίς να είναι μοναχοί . Αξιοσημείωτη λεπτομέρεια : ο Λέων είναι ο πρώτος πάπας που ετάφη μέσα στη βασιλική του Αγ . Πέτρου της Ρώμης .

ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ βήμα έκανε ο πάπας Γελάσιος Α '( 492-6 ) , ο οποίος έθεσε θέμα σχέσεων εκκλησίας - κράτους ( ? -496 ) . Κατά τον Γελάσιο , ο χριστιανισμός δεν περιορίζεται στην κάλυψη των θρησκευτικών αναγκών και μόνον , αλλά κατευθύνει τα βήματα του ανθρώπου και στον ηθικό και στον πολιτικό βίο . Ο χριστιανισμός αφορά στο σύνολο του βίου , ένα κι όχι σ ' τμήμα του . Τίθεται , συνεπώς , το ερώτημα : ποιός κυβερνά το πλήρωμα της εκκλησίας - ο πάπας ή ο αυτοκράτωρ ? Ποιος αποφαίνεται για τα δόγματα της πίστεως ? Ποιος μεριμνά για τον τρόπο ζωής του χριστιανικού κοινωνικού σώματος , αυτού καθώς και για τις αξίες που δι ' του τρόπου θα ενσαρκώση και θα υπηρετήση ?

Αυτή η θεωρία αφαιρεί τον αυτόνομο χαρακτήρα της κοσμικής εξουσίας . Δεν μπορούμε να πούμε ότι , κατά τις παπικές αντιλήψεις , ο αυτοκράτωρ στερείται σημασίας . Αυτόν Tο αντίθετο · η εξουσία του αυτοκράτορος έχει πηγή της το Θεό και δίδεται απ ' για την εξυπηρέτηση των σχεδίων της θείας προνοίας . Αλλά , επισημαίνει ο Γελάσιος , καθήκον του αυτοκράτορος είναι να διδαχθή και όχι να διδάξη , αφού είναι τέκνον και όχι πατήρ της εκκλησίας . Συνεπώς , κατά τον Γελάσιο , ο πάπας είναι η auctoritas και ο αυτοκράτωρ ( απλώς ) η regia potestas εν τη κοινωνία . ( Και οι δύο όροι ανήκουν στο ρωμαϊκό δίκαιο . )

ΟΛΩΣ ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ ήτο η φορά των ιδεών στην Ανατολή . Εκεί , ο Ευσέβιος Καισαρείας διετύπωσε τη θεωρία κατά την οποία η βασιλεία , η επί της γης εξουσία , είναι δώρον του Θεού προς τον ηγεμόνα . Ακόμη , ότι η βασιλεία είναι εικόνα της επουρανίου βασιλείας . Ο βασιλεύς « της ουρανίου βασιλείας εικόνι κεκοσμημένος , άνω βλέπων κατά την αρχέτυπον ιδέαν τους κάτω διακυβερνών ιθύνει , μονάρχου δυναστείας μιμήματι κραταιούμενος » [ Εις Κωνσταντίνον τριακονταετηριδος 3,5 ] . Κατ'αυτόν τον τρόπον , ο Ευσέβιος ανατρέπει τη ρωμαϊκή αντίληψη του βασιλέως - θεού και στη θέση της βάζει την αντίληψη του « ελέω θεού βασιλέως » . Χωρίς αμφιβολία , oι θεωρίες του Ευσεβίου , διατυπωμένες σε πολύ διπλωματική γλώσσα , έτσι ώστε να φαίνωνται σαν πλούσιο δώρο , είναι μια τελεσίδικη απόρριψη του φαραωνισμού : ο αύγουστος , ο αυτοκράτωρ , δεv είναι Θεός , είναι εικόνα θεού .

οι Αλλ ' αυτοκράτορες δεν επρόκειτο να δεχθούν αδιαμαρτυρήτως αυτή τη δραστική περικοπή ιδιοτήτων . Αφού είναι εικόνες θεού , είναι εικόνες του αληθούς αρχιερέως και συνεπώς , αυτοί και όχι oι πατριάρχες θα κυβερνούν την εκκλησία , η οποία γίνεται , έτσι , εκκλησία « τους » ... Έτσι , στη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως του 448, ο Θεοδόσιος επευφημήθη με την ιαχή « πολλά τα έτη τω αρχιερεί βασιλεί » . οικουμενική Στην Δ ' σύνοδο , ανάλογη είναι η υποδοχή του Μαρκιανού : « πολλά τα έτη τω ιερεί , τω βασιλεί » .

αυτές Σκληρή αντίσταση σ ' τις τάσεις των αυτοκρατόρων πρόβαλε , καθώς είδαμε , ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής . Ερωτηθείς από τον αυτοκρατορικό απεσταλμένο Γρηγόριο : « Τι ουν ? Ουκ έστι πας βασιλεύς Χριστιανός και ιερεύς ? » ο Μάξιμος απήντησε κατηγορηματικά : « Ουκ έστιν · ουδέ γαρ παρίσταται θυσιαστηρίω και μετά τον αγιασμόν του άρτου υψοί αυτόν λέγων " τα άγια τοις αγίοις » , ούτε βαπτίζει , ούτε μύρου τελετήν επιτελεί , ούτε χειροθετεί και ποιεί επισκόπους και πρεσβυτέρους και διακόνους , ούτε χρίει ναούς , ούτε τα σύμβολα της ιερωσύνης επιφέρεται , ωμοφόριον και το ευαγγέλιον , ώσπερ της βασιλείας τον τε στέφανον και την αλουργίδα » .

Βεβαίως , oι αυτοκρατορικές πιέσεις προς την εκκλησία και η προσπάθεια υποταγής του ναού στο παλάτι , δεν έπαυσαν . Εν τούτοις , γενικώς ειπείν , στη βυζαντινή αυτοκρατορία η διακριτική σχέση βασιλέως και ιερέως ήταν ο κανόνας . Στην « Επαναγωγή » του αυτοκράτορος Βασιλείου Α ' , που πιθανώς συνέταξε ο πατριάρχης Φώτιος , διατυπώνεται με σαφήνεια η θεωρία ότι « της πολιτείας ... τα μέγιστα και αναγκαιότατα μέρη ο βασιλεύς εστι και ο πατριάρχης . Διό και η κατά ψυχήν και σώμα των υπηκόων ειρήνη και ευδαιμονία , βασιλείας εστί και αρχιερωσύνης εν πάση ομοφροσύνη συμφωνία » .

Παρά ταύτα , και οι ανατολικές εκκλησίες υπεχώρησαν συχνά στα θέλγητρα της συμμετοχής στην εγκόσμιο εξουσία . κανών Έκφραση αυτής της υποχωρήσεως είναι και ο θ ' της συνόδου της Αντιοχείας το 341, κανών τον οποίον επανέλαβε ο β ' της συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως σαράντα χρόνια αργότερα : αυτόν κατ », « τοις πολιτικοίς και δημοσίοις τύποις και των εκκλησιαστικών περιοχών η τάξις ακολουθείτω » , δηλαδή , τα όρια των εκκλησιαστικών περιοχών θα πρέπει ν ' ακολουθούν την πολιτική διαίρεση του κράτους .

Αυτός ο κανών έχει μια μοναδική σημασία για μας , αυτού διότι δι ' , ενώ η Ελλάς ανήκε στην περιφέρεια του ανατολικού Ιλλυρικού ( δηλαδή στη Δύση και υπό την δικαιοδοσία του επισκόπου Ρώμης ) , προσηρτήθη στην Ανατολή και ετέθη υπό την δικαιοδοσία του επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως . Εναντίον αυτού του κανόνος ο πάπας Ιννοκέντιος Α ' ( ? -417 ) έδωσε σκληρόν αγώνα · προσπάθησε να πείση τους επισκόπους της Ανατολής ότι η διοικητική διαίρεση της εκκλησίας , ακολουθή δεν θα πρέπει ν ' τα ευμετάβλητα σύνορα της πολιτικής εξουσίας · ότι ο κόσμος αυτός μεταβάλλεται , αλλά η εκκλησία πρέπει να είναι τύπος της θείας τάξεως κι όχι παρακολούθημα της εγκοσμίου πολιτείας . Εν τούτοις , oι απόψεις αυτές απερρίφθησαν . Αξίζει να σημειωθή ότι ο ίδιος πάπας απεφάνθη το 416 ότι όλες ανεξαιρέτως oι υπό την δικαιοδοσία του εκκλησίες οφείλουν να ακολουθούν μέχρι κεραίας όσα η Ρώμη θεσπίζει , τόσο στο δογματικό όσο και στο τελετουργικό πεδίο και , ακολουθίαν κατ ' , μόνη γλώσσα της εκκλησίας πρέπει να είναι η λατινική .

Αφήνω ανοικτό το ερώτημα : ποια θα ήταν η μοίρα των Ελλήνων , εάν οι απόψεις του Ιννοκεντίου γίνονταν δεκτές ? Το ερώτημα τίθεται και κατ ' άλλον τρόπον : οικουμενική ποιά θα ήταν η μοίρα μας εάν η Δ ' σύνοδος δεν όριζε « περί των πρεσβείων της αγιωτάτης εκκλησίας της αυτής Κωνσταντινουπόλεως » , διά των οποίων ανεγνωρίσθη η ύπαρξη δύο ισοτίμων κέντρων της εκκλησίας , ενός ανατολικού και ενός δυτικού ?

ΠΑΡΑΓΩΝ αποφασιστικής σημασίας για την πορεία τόσο του βυζαντινού όσο και του ευρωπαϊκου κόσμου , στάθηκε το έργο του Ιουστινιανού . αναστήση Ο Ιουστινιανός θέλησε ν ' την οικουμενική ρωμαϊκή αυτοκρατορία , αγωνίστηκε να ενώση τον διχασμένο σε Ανατολή και Δύση κόσμο . Το μεγάλο έργο του δεν είναι oι κατακτήσεις , oι οχυρώσεις ή η διπλωματία του · το έργο με το οποίο έγραψε ιστορία είναι για μας τους Έλληνες ο ναός της Αγίας Σοφίας και για τους Ευρωπαίονς η νομοθεσία του .

Για τους Έλληνες , η Αγία Σοφία έχει ανυπολόγιστη πνευματική σημασία . Πρόκειται για κοινό σημείο αναφοράς του ψυχισμού λογίων και απαιδεύτων : η « Αγιασοφιά » , ονομαζομένη άλλοτε απλώς « Μεγάλη Εκκλησιά » ή και - ακόμη αποκαλυπτικώτερα - « Μητέρα Εκκλησία » , λειτουργεί ως καθ - ορισμός του πνεύματός μας , τόσο στο δημοτικό τραγούδι όσο και στα εξοχήν κατ ' λόγια κείμενα . Κάτω από τον τρούλλο της τήκεται το μέταλλο της ιστορικής μας μοίρας . Η Αγία Σοφία είναι σημείον πνεύματος εναργέστερο της Ιερουσαλήμ . Αποδεικνύει ότι ο τόπος εκφράσεως της ελληνικής χριστιανικής ψυχής δεν βρίσκεται στη Σιών , γι ' αυτό και δεν υπήρξε , ούτε μπορούσε να νοηθή , ελληνική Σταυροφορία για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων . Ο τόπος του ελληνικού πνεύματος , η μητρόπολίς του , είναι η Αγιασοφιά . αυτό Ακριβώς γι ' , αβασάνιστος είναι ο παραλληλισμός της με τον ΙΙαρθενώνα · ο ΙΙαρθενών δεν υπήρξε ποτέ για τους παγανιστές Έλληνες ό , τι η Αγία Σοφία για τους χριστιανούς . Ούτε οι Δελφοί ή η Δήλος ή η Ολυμπία έχουν τίποτε κοινό μαζί της . O παγανιστικός ελληνισμός δεν είχε σαρκώσει τόπον του πνεύματός του · αναζήτησε την ου - τοπία τής ιδέας του , τον οίακα του λόγου του . Η αρχαιότης έχει τους αγίους τόπους της , όχι όμως την Αγία Σοφία της .

Για τους Ευρωπαίους , η ιουστινιάνειος νομοθεσία ήταν γεγονός κορυφαίας σημασίας . Κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. το ρωμαϊκό δίκαιο είχεν εκφυλισθή σ ' ένα χαώδες σύνολο αντιφατικών ή και αγνώστων διατάξεων , αποφάσεων και ερμηνειών . Οι προκάτοχοι του Ιουστινιανού προσπάθησαν να συγκεντρώσουν τις χρήσιμες διατάξεις . Οι προσπάθειες όμως αυτές , γνωστές ως Γρηγοριανός , Ερμογενιανός και Θεοδοσιανός κώδικες - , δεν κατόρθωσαν να καλύψουν τις ανάγκες . Στον δυτικό κόσμο το ρωμαϊκό δίκαιο παραχωρούσε τη θέση του στο όποιο δίκαιο έφερναν μαζί τους oι βάρβαροι επιδρομείς . Η Ευρώπη διαλυόταν σε κομμάτια , και όργανα διασπάσεως ήσαν τα ποικίλα δίκαια ( Εdictum Theodorici , Burgundiorum Lex , Alarici Breviarium , Lex Visigothorum ) που φάνηκαν τον στ ' αιώνα . Το έργο του Ιουστινιανού ήταν κατεπείγον · και πράγματι , η νομοθεσία του έγινε η βάση του νομικού συστήματος όλης της Ευρώπης ( εκτός της Αγγλίας ), στον ύστερο Μεσαίωνα . Μπορούμε ασφαλώς να πούμε ότι ο Ιουστινιανός διέσωσε για τη Δύση ό , τι διαφορετικά θα είχε οπωσδήποτε χαθή · διότι , αν και οι γερμανικές φυλές χρησιμοποιούσαν στοιχεία του ρωμαϊκού δικαίου , δεν κατανοούσαν το ρωμαϊκό νομικό σύστημα ως όλον . αι Στο τέλος του ια ' . η Δύση ανακάλυψε εκ νέου το ρωμαϊκό δίκαιο μέσω του ιουστινιανείον κώδικος , προσλαμβάνοντας έτσι μια πολύτιμη κληρονομιά .

Για να επιτύχη στο έργο του , ο Ιουστινιανός έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο ρωμαϊκό στοιχείο . Αυτό οδηγεί τον Σ . Ζαμπέλιο σε πικρές παρατηρήσεις , τις οποίες παραθέτω όχι μόνο για την αναμφισβήτητη αξία τους , αλλά και ως στέφανο στη μνήμη του συγγραφέα των , αυτού του αληθινά φιλοσόφου ανδρός :

« Εις τας σχέσεις λοιπόν επί του παρόντος περιοριζόμενοι τας μεταξύ Ρωμαϊσμού και Ελληνισμού , πρέπει να παρατηρήσωμεν την ένθερμον εκείνην προσφιλοτίμησιν του Ιουστινιανού προς την Λατινικήν παράδοσιν , ήτις υπάρχει κύριον έτι του χρόνου σημείον χαρακτηριστικόν . Των διατάξεών του τα προοίμια σταθερώς αναφέρονται τη πολιτική ή τη νομική ιστορία της πρεσβυτέρας Ρώμης , ωσανεί τοιουτοτρόπως απέβλεπεν εις το να εξορύξη τα άπαξ τεθνεώτα και τεθαμμένα . [...]

» Ο Ιουστινιανός δεν ευχαριστείται ότι νομοθετεί υπό τας εμπνεύσεις της Δωδεκαδέλτου , του Αυγούστου , του Κωνσταντίνου , του Θεοδοσίου , περί της του Σόλωνος και του Λυκούργου νομοθεσίας υποκρινόμενος πληρεστάτην άγνοιαν · ουδέ ότι επονομάζει εαυτόν Ρωμαίον , και Ρωμαίον ουχί εν τη Βυζαντινή της προσαγορεύσεως σημασίας , εν αλλ ' τη αρχαία και γνησία Λατινική , όπερ ψευδές , επιτετηδευμένον , ημάς και καθ ' σήμερον γελοίον , αλλά προσέτι θέλει τον δεδανεισμένον του εκείνον ιματισμόν να εφαρμόση επί πάντων αδιακρίτως των αντικειμένων , ως αν μη ηδύνατο να υπάρξη και κατευοδωθή μηδέν , χωρίς της Λατινικής προστασίας και αντιλήψεως . Υπό τοιούτον πρίσμα τα ελληνικά καθορών εις το πείσμα της οσημέραι προβιβαζομένης ανακαινίσεως , αυτός ο μέγας ανακαινιστής και προβιβαστής , ευδοκιμεί να προσονομάση ξένην την Ελληνικήν καθομιλουμένην διάλεκτον .

αυτώ » Όθεν κοινή παρ ' η φράσις · « η μεν γαρ πάτριος ημών φωνή ... οι δε γε Ελλήνων φωνή . " " και ημείς μεν οι Ρωμαίοι ... οι δε γε βάρβαροι » . Άλλοτε δε διατάττει , ότι εις οιανδήποτε γλώσσαν και αν γράφωνται παρά των συμβολαιογράφων τα υπομνήματα , η εν τούτοις ημερομηνία οφείλει να σημειούται Λατινιστί · « ρωμαϊκοίς μεν υπογραφέσθω γράμμασιν ο χρόνος , υποκείμενος τοις ασαφέσιν εκείνοις στοιχείοις ( τοις ελληνικοίς ) , σαφεστέραν μεν τοι τάξιν έχουσι γραμμάτων , και ην έξεστι πάσιν αναγινώσκειν τοις όλως συλλαβών ρωμαϊκών ουκ ανεπιστήμοσιν . "

» Ως επί το πλείστον δε ενασμενίζεται προς το καρυκεύειν την συγγραφήν του με αρώματα ρωμαϊκά , παρεμβάλλων τήδε κακείσε εις κείμενον ελληνικόν λατινικάς λέξεις ».

ΑΥΤΟ ΜΕΣΑ Σ ' το πλαίσιο πρέπει να τοποθετηθή η μορφή του πάπα Γρηγορίου του Α ' (περ. 540-603 ) . Πριν εκλεγή πάπας , ο Γρηγόριος ήταν επί 6 έτη αποκρισάριος της ρωμαϊκής έδρας στην Κωνσταντινούπολη . Εκεί έγραψε το έργο του Moraliα ( σχόλια στον Ιώβ , από τα δημοφιλέστερα κείμενα της δυτικής μεσαιωνικής γραμματείας ) . Καίτοι έμεινε στην Πόλη δεν έμαθε ελληνικά . Επειδή όμως η αυτοκρατορία ήταν ακόμη σε ικανή έκταση δίγλωσση , κατόρθωσε να συνδεθή πολύ φιλικά με επιφανείς Κωνσταντινουπολίτες - όπως τον στρατηγό Ναρσή , τον πρώην πατριάρχη Αντιοχείας Αναστάσιο , κ.ά. Όταν ο Γρηγόριος επέστρεψε στη Ρώμη το 585, είχεν αποκτήσει γνώση των βασικών συντεταγμένων της εξωτερικής πολιτικής της αυτοκρατορίας .

Αυτή η γνώση του στάθηκε πολύτιμος σύμμαχος όταν έγινε πάπας . Έγραψε στον αυτοκράτορα Μαυρίκιο μιαν αυστηρή επιστολή με αφορμή την απονομή του τίτλου « οικουμενικός » στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως . Στήν επιστολή του , ο πράγματι ασκητικός Γρηγόριος παρατηρούσε με αγανάκτηση ότι ενώ η Ευρώπη έχει παραδοθή στην καταστροφική μανία των βαρβάρων , ενώ οι πόλεις ερειπώνονται και τα χωριά ξεθεμελιώνονται , ενώ επαρχίες ολόκληρες αδειάζουν , οι επίσκοποι , αντί να είναι εν σάκκω και σποδώ , αγωνίζονται για άδεια ονόματα και τίτλους βέβηλους · βέβηλους , αφού ούτε ο Πέτρος απεκλήθη οικουμενικός Απόστολος , ούτε ο Ιωάννης οικουμενικός επίσκοπος . Η επιστολή κατέληγε σε μιαν έκκληση να εγκαταλειφθή η περί τα ονόματα έρις και να αντιμετωπισθούν οι ορδές των βαρβάρων .

ο Αλλ ' Γρηγόριος κατενόησε ότι αυτές οι εκκλήσεις δεν θα έχουν αποτέλεσμα · ότι θα έπρεπε να αντιμετωπίση τους βαρβάρους μόνος , χωρίς βοήθεια από τον αυτοκράτορα . Το Ιερόν Παλάτιον αγωνιζόταν να συγκρατήση τις πιέσεις στα ανατολικά του σύνορα · δεν είχε ούτε τη δύναμη ούτε τη διάθεση να ενδιαφερθή για τη Δύση . Έτσι , ο Γρηγόριος απεδύθη στον αγώνα εκχριστιανισμού και εκπολιτισμού των βαρβάρων . Στόχο του έθεσε την επιβολή του νόμου και ενός σταθερού κοινωνικού πλαισίου . Η Ευρώπη θα έπρεπε να γίνη μια , « χριστιανική κοινοπολιτεία » ( Societas reipublicae christianae ) , άλλως θα γινόταν έρημος τόπος , φωλεά ληστών .

αυτό Ο πάπας Γρηγόριος αφοσιώθηκε σ ' το έργο και επέτυχε . Δικαίως , λοιπόν , αποκαλείται « Μέγας »,« Πατήρ » και « Προστάτης της Ευρώπης » . Ακόμη και ο επικριτικός προς τον παπισμό Walter Ullmann υποχρεώνεται να παραδεχθή ότι χάρις στον Γρηγόριο η δυτική Ευρώπη γεννήθηκε ως παράγων πολιτισμού , αυτόν και χάρις σ ' είναι τόσο ποτισμένη από το λατινικό πνεύμα ώστε να αναγνωρίζη τη Ρώμη ως μητέρα της .

Πρέπει εδώ να επισημανθή ότι ο Γρηγόριος καλλιέργησε το ιδιαίτερο δυτικό πνεύμα ως κάτι όλως διάφορο της ανατολικής αυτοκρατορίας . Απευθύνεται στους ηγεμόνες των βαρβάρων αποκαλώντας τους « αγαπητά μου τέκνα » ενώ αποκαλεί τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως « ο Κύριός μας αυτοκράτωρ » .

Το χάσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσεως έγινε περισσότερο αγεφύρωτο . Ένας νέος πολιτισμός αναπτυσσόταν : ένας πολιτισμός που βάδιζε την οδό της εκκοσμικεύσεως . Δεν είναι έργο μου εδώ η παρακολούθηση αυτής της πορείας . αναφερθώ Θ « μόνον σε δύο ντοκουμέντα από την ιστορία της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας και θα τ ' αφήσω να δώσουν αυτά το στίγμα πορείας .

Απόσπασμα από το Dictatus Papae του Γρηγορίον Ζ ' : (π. 1020 - 1085 ) :

«1 . Η ρωμαϊκή εκκλησία ιδρύθη υπό του Θεού μόνου .

2. αποκληθή Μόνον ο ποντίφηξ Ρώμης δύναται ν ' καθολικός .

3. Μόνον αυτός δύναται να εκθρονίση ή να αποκαταστήση επίσκοπον .

8. Μόνον αυτός δύναται να χρησιμοποιή αυτοκρατορικά διάσημα .

12. Μόνον αυτός δύναται να καθαιρή ηγεμόνας .

13. Μόνον αυτός δύναται να μεταθέτη επισκόπους .

16. Δεν δύναται να συγκληθή Σύνοδος άνευ εντολής του .

17. Ουδέν βιβλίον δύναται να θεωρηθή κανονικόν άνευ της εγκρίσεώς του .

18. Αυτόν ουδείς δύναται να τον κρίνη .

22. Η ρωμαϊκή εκκλησία ουδέποτε επλανήθη και ούτε θα πλανηθή εις το μέλλον .

23. Ο ποντίφηξ , όσον εφ ' εξελέγη κανονικώς , είναι αναμφιβόλως άγιος διά της χάριτος του Αγίου Πέτρου ».

Επιστολή Ιννοκεντίου Γ '( 1160/61-1216 ), προς τους πρίγκηπες της Γερμανίας :

οι « Αλλ ' πρίγκηπες θα πρέπει να αναγνωρίζουν και πράγματι αναγνωρίζουν , ότι το δίκαιον και η εξουσία της εξετάσεως του προσώπου το οποίον εκλέγεται βασιλεύς και προώρισται να στεφθή αυτοκράτωρ ανήκει εις ημάς οίτινες χρίομεν και στέφομεν · διότι είναι νόμος γενικής αποδοχής ότι η εξέτασις του προσώπου ανήκει εις τον επιθέτοντα τας χείρας . Εάν οι πρίγκηπες εξέλεγον ως βασιλέα ιερόσυλον ή αφωρισμένον , τύραννον , τρελλόν ή αιρετικόν , θα έπρεπε ημείς να τον χρίσωμεν και να τον στέψωμεν ? Βεβαίως όχι ».