ΕΙΜΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ;
 « Θεωρώ πιο γενναίο εκείνον που κυριαρχεί στα πάθη του από εκείνον που κυριαρχεί στους εχθρούς του . Η δυσκολότερη νίκη είναι εκείνη ενάντια στον ίδιο σου τον εαυτό » . ( Αριστοτέλης )
Λατρεύω την ελευθερία , αλλά θα ήθελα να τη βρίσκω πάντοτε θρονιασμένη ανάμεσα στη δικαιοσύνη και τον ανθρωπισμό » . Αυτή η φράση αποτελούσε το έρμα των πεποιθήσεων του Αδαμάντιου Κοραή σχετικά με τη σημασία της ελευθερίας . Ο σημαντικότερος για πολλούς εκπρόσωπος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού είχε βαθύτατα κατανοήσει πως η έννοια της ελευθερίας από μόνη της δε σημαίνει και πολλά πράγματα .
 
Αρχικώς φαίνεται αυτονόητη η εννοιολογική οριοθέτηση του προκείμενου όρου . Η ενδελεχέστερη όμως παρατήρηση ενός μέσου λογικού ανθρώπου θα αναδείξει ότι η ελευθερία δεν αποτελεί παρά μια πολυσυλλεκτική έννοια , της οποίας τα συστατικά στοιχεία , οι προϋποθέσεις ύπαρξής της κοντολογίς , σπάνια συναντώνται παράλληλα και στον αρμόζοντα , ιδανικό βαθμό . Ελευθερία συνεπώς δε σημαίνει απλώς το αντίθετο της υποδούλωσης , αλλά το πλησιέστερο συνώνυμο του ατομικού και κοινωνικού ιδεώδους .
« Είμαι πραγματικά ελεύθερος » , σημαίνει μπορώ . Η δυνατότητα να κάνω αυτό που θέλω . Υπάρχει όμως μια αναγκαιότητα στη βούλησή μου , αλλιώτικα θα ήθελα χωρίς λόγο , χωρίς αιτία , πράγμα αδύνατο . Ό , τι γίνεται είναι απόλυτα αναγκαίο . Δεν υπάρχει ενδιάμεσο μεταξύ αναγκαιότητας και τύχης . κι όπως το ξέρετε , η τύχη είναι ανύπαρκτη , άρα ό , τι συμβαίνει είναι φυσικά αναγκαίο . Στο βάθος , τι άλλο είναι ο καταναγκασμός παρά μια αναγκαιότητα που γίνεται αντιληπτή , κι η αναγκαιότητα , ένας καταναγκασμός που περνάει απαρατήρητος . " Ducunt , Fata volentem , nolentem trahunt " μτφρ : η μοίρα οδηγεί όποιον εκούσια την ακολουθεί , σέρνει όποιον αντιστέκεται ( Σενέκας ) » .
Ο Βολταίρος στο παραπάνω απόσπασμα δίνει τη δική του άποψη περί ελευθερίας . Διατείνεται πως ενώ από τη μια μεριά το « πράττειν » κατά βούληση σημαίνει ελευθερία , από την άλλη , η βούληση πηγάζει από κάποια αναγκαιότητα , καθιστώντας έτσι τη βούληση παράγοντα μιας προκαθορισμένης , εικονικής δηλαδή ελευθερίας . Εδώ εισέρχεται ο παράγοντας της μοίρας και κανείς δε δύναται να διαφύγει από αυτή , αφού οι προκαθορισμένες ανάγκες κατευθύνουν υποχρεωτικά τη βούλησή του .
Σε αυτό το σημείο , προς διευκόλυνση της εξέτασης της θέσης του Βολταίρου , θα πρέπει να διευκρινιστεί ο όρος της αναγκαιότητας , της αιτίας δηλαδή , που κάνει κάποιον να θέλει κάτι . Είναι αδιανόητο να υποτεθεί ως άρση της ελευθερίας μια ανάγκη του ανθρώπου απαραίτητη για την επιβίωση , όπως η τροφή , το νερό και η ένδυση . Δεν έχει νόημα η ελευθερία αναφερόμενη στη θέληση του όντος να τραφεί ή όχι , να προφυλαχθεί από τις παγωνιές ή όχι , αφού η ελευθερία αναφέρεται εμφανώς σε ζωντανούς οργανισμούς . Οι ιδιότητες λοιπόν του ανθρώπου να τρέφεται και να ντύνεται δε θα ήταν δυνατό να αναιρέσουν την ελευθερία του , αφού η ελευθερία προϋποθέτει τη ζωή και οι προαναφερθείσες ιδιότητες αν εξαλειφθούν φέρνουν το θάνατο . Η δυνατότητα επιλογής του θανάτου σημαίνει την ελευθερία επιλογής κατάργησης της ελευθερίας , πράγμα απαράδεκτο . Σε καμία περίπτωση δε μπορεί ο θάνατος να ταυτισθεί με την ελευθερία , παρά μόνον ίσως στα πλαίσια ακραίων και άκρως απογοητευτικών θρησκευτικών δογμάτων .
Έτσι λοιπόν , τα είδη της βουλησιακής αιτίας , εφόσον είναι ανόητο να αναφέρονται σε ανάγκες που κρατούν τον άνθρωπο στη ζωή , αναφέρονται σε όλες τις άλλες πτυχές δραστηριότητας του ανθρώπου . Εδώ είναι όμως που τίθεται το μεγάλο ερώτημα : Πηγάζει όντως , σύμφωνα με το Βολταίρο , η βούληση από τις ανάγκες , ή μήπως οι ανάγκες πηγάζουν από τη βούληση ; Θέλω να πράξω κάτι επειδή πρέπει να το πράξω , ή μήπως πρέπει να πράξω κάτι επειδή το θέλω ; Ο ανθρωπισμός που μας δίδαξε ο Κοραής προτείνει κατά τα φαινόμενα το δεύτερο .
Ολόκληρη η φιλοσοφία που τοποθετεί στη βάση της τον άνθρωπο προτείνει σε αυτόν την απόλυτη κυριαρχία , τον απόλυτο έλεγχο των αναγκών του . Να έχει αυτοκυριαρχία , δημιουργώντας ο ίδιος τις προϋποθέσεις υπό την ισχύ των οποίων θα ζήσει και θα χαράξει την εξελικτική του πορεία . Ο άνθρωπος θέλει και εξελίσσεται δημιουργώντας αδιάκοπα νεότερες ανάγκες . Ο Πλάτων θα ορίσει την ελευθερία ως : « ΑΦΕΙΔΙΑ ΕΝ ΧΡΗΣΕΙ ΚΑΙ ΕΝ ΚΤΗΣΕΙ ΟΥΣΙΑΣ » , δηλαδή ως απεριόριστη χρήση και απόκτηση ουσίας , πραγμάτων που συνιστούν πρόοδο και εξέλιξη του ανθρωπίνου είδους .
Το ανθρώπινο είδος δεν εμφανίστηκε με έμφυτη τη δύναμη της ανάγκης , αλλά τη δύναμη της θέλησης να οριοθετήσει το φάσμα των αναγκών του . Η μοίρα εδώ πλέον δεν είναι τίποτα άλλο από την ίδια τη βούληση του ατόμου : είμαι πραγματικά ελεύθερος όχι όταν μπορώ να πραγματοποιήσω ένα προκαθορισμένο « πρέπει » , αλλά πρώτιστα εκείνο που πραγματικά θέλω να πρέπει . Το « θέλω » είναι εκείνο που στέκεται τελικώς ως αντεπιχείρημα στις αναγκαιοκρατικές θεωρήσεις . Την ανάγκη αυτή υπέρβασης των αναγκαιοκρατικών θεωρήσεων προσπάθησαν κατά καιρούς να κάνουν πράξη φιλόσοφοι όπως ο Gilbert Ryle και ο Jan Λουκασίεβιτς .
Την εναντίωσή του στις μοιρολατρικές θέσεις του Βολταίρου έρχεται να μας παρουσιάσει αρχικώς ο Ryle . Υποστηρίζει ότι δεν είναι δυνατό να θέσουμε τη ροή της ζωής μέσα στους φραγμούς της μοίρας , καθώς δε μπορούμε να υποστηρίξουμε το αληθές ή το ψευδές μιας πρότασης , παρά μόνον όταν έλθει η χρονική στιγμή που θα εκπληρωθεί η πρόταση αυτή . Με λίγα λόγια η πρόταση « εγώ αύριο θα πάω περίπατο » δε μπορεί να χαρακτηριστεί ως αληθινή ή ψεύτικη σήμερα , αλλά αύριο όταν θα έχω ή δε θα έχω πάει περίπατο αντίστοιχα . Για να χαρακτηρίσουμε επομένως κάτι ως αλήθεια ή ψέμα πρέπει πρώτα να διαπιστώσουμε το αληθές ή το ψευδές που κρύβεται μέσα του . Βέβαια , ο ισχυρισμός αυτός του Ryle δεν αποδεικνύεται ακλόνητος , καθώς γίνεται εμφανής η σύγχυση μεταξύ αλήθειας και επαλήθευσης , μεταξύ ψεύδους και διάψευσης . Τα επιχειρήματα του Ryle εκτός των άλλων ενδέχεται να μας οδηγήσουν και σε εντονότερες δυσκολίες . Αν για παράδειγμα κάποιος διατυπώσει την πρόταση « αύριο θα ξημερώσει » , κατά τον Ryle , είναι αναγκαίο να δούμε με τα μάτια μας τον ήλιο να ανατέλλει ώστε να δεχθούμε την αλήθεια της προδιατυπωμένης αυτής πρότασης . Έτσι όμως τίθενται σε αμφισβήτηση όλα τα στοιχεία που περιέχουν οι εμπειρίες μας . Αν μέσα στα τόσα χιλιάδες χρόνια της ανθρώπινης ύπαρξης δεν έχουμε εντυπώσει - ως ανθρώπινο είδος - μέσα στο μυαλό μας ως αλήθεια τη διαδοχή μέρας και νύχτας , τότε δεν υπάρχει λόγος πλέον να θυμόμαστε οτιδήποτε , ή να δίνουμε σημασία σε οποιαδήποτε εμπειρικά μας δεδομένα . Η πραγματικότητα όμως έχει διαφορετική άποψη και μια απόδειξη γι αυτό είναι η ύπαρξη τόσων εμπειρικών επιστημών . Είναι αλήθεα για παράδειγμα ότι το νερό μεταμορφώνεται σε πάγο σε ορισμένους βαθμούς Κελσίου , επειδή ποτέ δεν έχει παρατηρηθεί κάτι το διαφορετικό . Επομένως για ορισμένες αλήθειες που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως εμπειρικές , δεν κρίνεται αναγκαία η επαλήθευση . Τις αδυναμίες αυτές των ισχυρισμών του Ryle επιδιώκει να καλύψει ο Λουκασίεβιτς .
Ο Λουκασίεβιτς θα μας πει ότι δεν είναι δυνατό να αποδώσουμε έναν από τους δυο όρους της λογικής - δηλ.της αλήθειας ή του ψεύδους - σε μια πρόταση που αφορά κάτι στο μέλλον . Ως εκ τούτου πρέπει να εισάγουμε και έναν τρίτο όρο , ο οποίος θα πλαισιώσει τον συλλογιστικό τρόπο της ανθρώπινης νόησης . Ο τρίτος αυτός όρος είναι εκείνος του « απροσδιόριστου » . Έτσι λοιπόν , η πρόταση « αύριο θα πάω περίπατο » δεν είναι δυνατόν να είναι αλήθεια ή ψέμα , αφού αφορά κάτι στο μέλλον . Έτσι η φράση αυτή θα χαρακτηριστεί ως « απροσδιόριστη » . Τα επιχειρήματα αυτά του Λουκασίεβιτς αρχικώς κρίνονται εύστοχα . Το πέρασμα του χρόνου όμως απέδειξε ότι στάθηκαν η αφορμή για να επέλθει ένα σημαντικό πλήγμα στη λογική : άλλοι διανοητές , μετά τον Λουκασίεβιτς , δεν αρκέστηκαν στην τρίτη τιμή της λογικής - δηλ.το « απροσδιόριστο » - , αλλά έθεσαν τέταρτη , πέμπτη εως ακόμα και ν τιμές λογικής . Το γεγονός βέβαια αυτό στράφηκε εναντίον των ίδιων των αντιμοιροκρατών αφού οι μοιρολάτρες υποστήριξαν πως η εισαγωγή πολλών τιμών λογικής ευτελίζει την ίδια τη λογική και πως οι τιμές που αναγνωρίζουν είναι μόνο οι δυο αρχικές , δηλαδή η αλήθεια και το ψέμα .
Συμπερασματικά , δεν είναι δυνατό να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά οι μοιρολατρικές απόψεις ούτε βάσει των επιχειρημάτων του Ryle , ούτε βάσει εκείνων του Λουκασίεβιτς . Εκείνο που τελικά πρέπει να διαπιστωθεί ώστε να φτάσουμε σε ένα τελικό συμπέρασμα είναι ότι οι μοιρολάτρες , στην ουσία , βασίζουν τη θεωρία τους σε μια σύμφυρση των χρονικών στιγμών . Η κάθε αλήθεια , το κάθε ψεύδος συνυφαίνεται με ένα αντίστοιχο χρονικό διάστημα . Πρόκειται για σύγχυση όταν αποδίδουμε τους δυο αυτούς όρους της λογικής σήμερα , για κάτι που πρόκειται να συμβεί ή να μη συμβεί αύριο . Οι αλήθειες του χτες πρέπει να θεωρούνται ως αλήθειες του παρελθόντος , οι αλήθειες του αύριο ως αλήθειες του μέλλοντος , οι αλήθειες του σήμερα ως αλήθειες του παρόντος . Πέρα όμως από αυτά τα χρονικά δεσμά υπάρχουν και οι διαχρονικές αλήθειες - όπως αυτή της πήξης του νερού ή της τήξης των μετάλλων κ.ο.κ. - με βάση τις οποίες οικοδομούνται οι εκάστοτε εμπειρικές επιστήμες . Η διαχρονική αλήθεια βγαίνει από το παρελθόν και μας χρησιμεύει για το παρόν και το μέλλον . Πρέπει όμως να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στο να μη θεωρούμε άκριτα ένα γεγονός ως διαχρονική αλήθεια . Η τελευταία αυτή μορφή της αλήθειας στέκεται επειδή στο παρελθόν ουδέποτε παρατηρήθηκε να συμβαίνει οτιδήποτε διαφορετικό από το συγκεκριμένο γεγονός . Επομένως τόσο οι διαχρονικές αλήθειες όσο και τα αντίθετά τους διαχρονικά ψεύδη περνούν στη σφαίρα των εμπειριών μας , οι οποίες θα μας χρησιμεύσουν σε μελλοντικές θεωρήσεις και αναγνωρίσεις γεγονότων και διαφόρων φαινομένων .
Αναμφισβήτητα , ο ενστερνισμός αναγκαίων απόψεων συντελεί στη μείωση του εύρους της ελευθερίας του ανθρώπου . Η ανάγκη που ωθεί τον άνθρωπο στην πίστη ύπαρξης του περιβόητου πεπρωμένου είναι συνήθως η μετάθεση ενός μέρους των ευθυνών του , όχι σε κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο - προπαντός στον ίδιο του τον εαυτό - , αλλά σε μια αόρατη ανώτερη δύναμη που χαράζει τη ζωή μας πριν από εμάς , για εμάς . Αυτή την ανώτερη δύναμη ο μοιρολάτρης δε μπορεί να τη δει , δε μπορεί να την ψηλαφίσει και επομένως δεν είναι δυνατόν να την αντιμετωπίσει . Αυτή η απουσία της δυνατότητας ίσως κάνει τον αναγκαιοκράτη να κοιμάται πιο ήσυχος τα βράδια , αφού κανένας δε θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για αδράνεια και ανικανότητα σχετικά με κάτι που από τη φύση του δε μπορεί να κάνει . Επομένως η υπέρβαση των οποιωνδήποτε μοιροκρατικών αντιλήψεων αποτελεί έργο ανθρώπων που αντιμετωπίζουν υπεύθυνα , κατάματα και χωρίς κανένα αίσθημα λιποψυχίας την πραγματικότητα και τον κόσμο που απλώνεται γύρω τους .