Μετοχή και Ιδιωτεία

 

Όταν μιλάμε για ελληνική παράδοση -τότε που λειτουργούσε- δεν εννοούμε μια συλλογική ιδεοληψία, κυρίαρχη ιδεολογία παρατεινόμενη σε διάρκεια αιώνων. Θα τολμούσα την αποφθεγματική, αλλά όχι αυθαίρετη διατύπωση ότι «παράδοση» για τους Έλληνες ήταν η πείρα που παραδινόταν από γενιά σε γενιά. Και είχε κριτικό χαρακτήρα αυτή η μεταβίβαση πείρας: κάθε γενιά ξεσκαρτάριζε ό, τι περιττό και ανώφελο από τα όσα παραλάμβανε και πρόσθετε τις δικές της εμπειρικές εκτιμήσεις για το αναγκαίο και για την ποιότητα.

Στην ελληνική, λοιπόν, παράδοση ήταν πραγματικά αδιανόητος ο ατομικός, ιδιωτικός χαρακτήρας της μεταφυσικής αναζήτησης. Αυτό συνάγεται καταφανέστατα από τις γραπτές απομνημειώσεις, τις καλλιτεχνικές εκφάνσεις, τις εθιμικές πρακτικές της παράδοσης. Δυσκολευόμαστε σήμερα να το αντιληφθούμε, γιατί οι δικοί μας εθισμοί, μαζί με τις εντολές «πολιτικής ορθότητας» που μας επιβάλλει η νατοϊκή Νέα Τάξη πραγμάτων, απωθούν τη μεταφυσική αναζήτηση στο πεδίο του αποκλειστικά ιδιωτικού, της στεγανά ατομικής επιλογής. Η μεταφυσική σήμερα είναι εξ ορισμού ιδεολόγημα και ψυχολογική μόνο καταφυγή, επομένως ατομική καθαρά υπόθεση. Η κρατική νομοθεσία αναγνωρίζει την ανάγκη των ατόμων να ικανοποιούν τα θρησκευτικά τους ορμέμφυτα, γι' αυτό και προστατεύει ως «δικαίωμα» την οποιαδήποτε (αδιαφοροποίητα) θρησκευτική ιδεοληψία.

Με άλλα λόγια, η σημερινή νομοθεσία και νοοτροπία αποκλείουν καισαρικά τον τρόπο οργάνωσης του κοινού βίου με τον οποίο σημάδεψε κάποτε την πανανθρώπινη ιστορία η ελληνική παράδοση: Αποκλείουν την ελληνική «πόλιν», το «κοινόν άθλημα» του «πολιτικού βίου», τη δημοκρατία ως μετοχή όλων των πολιτών στην πραγμάτωση του «αληθούς».

Στον γεωγραφικό χώρο που ορίζουν οι ακτές του Αιγαίου και το ενδιάμεσο αρχιπέλαγος, γεννήθηκε, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, η κριτική σκέψη.

Δηλαδή η ανάγκη να επαληθεύεται η γνώση, να διακρίνεται το σωστό από το λάθος, η πραγματικότητα από την ψευδαίσθηση, την πλάνη, το ψεύδος. Και «κριτήριο αληθείας» για τους Έλληνες ήταν πάντοτε το «κοινωνείν»: η εμπειρική συμμαρτυρία, ο γλωσσικός συντονισμός της εμπειρίας - «όταν πάντες ομοδοξούσι και έκαστος επιμαρτυρεί».

Με την «πόλιν» και το «πολιτικόν άθλημα» έκαναν οι Έλληνες το άλμα μετάβασης από την «κοινωνίαν της χρείας» στην «κοινωνίαν του αληθούς»: Η συλλογική συνύπαρξη να μην αποβλέπει πια μόνο ή πρωτευόντως στη χρεία - στον καταμερισμό της εργασίας για την πληρέστερη κάλυψη των βιοτικών αναγκών. Να αποβλέπει κυρίως στην επιδίωξη μίμησης του «όντως υπαρκτού»: του αθάνατου «τρόπου» της λογικής κοσμιότητας και αρμονίας των υπαρκτών. Και αυτή την επιδίωξη την έκαναν οι Έλληνες «γλώσσα», δηλαδή πράξη αποκαλυπτική του στόχου: Γλώσσα θεσμών της «πόλεως», γλώσσα της τραγωδίας, του αγάλματος, της αρχιτεκτονικής - του Παρθενώνα.

Η μεταφυσική αναζήτηση για τον Έλληνα ήταν μετοχή, εμπειρία συνάθλησης, κοινωνία λογικών ψηλαφήσεων - όχι ατομική επιλογή και ιδιωτικές «πεποιθήσεις». Στην «εκκλησία του δήμου» συνάζονταν οι πολίτες για να συγκροτήσουν και φανερώσουν την «πόλιν» ως «κόσμον» - κόσμημα «κατά λόγον» τάξεως, αρμονίας και κάλλους. Και στην «εκκλησία των πιστών» συνάζονταν στη συνέχεια οι χριστιανοί Έλληνες για να συγκροτήσουν και φανερώσουν την καινούργια τώρα «πόλιν» της αγαπητικής κοινωνίας της ζωής, τον τρόπο του «όντως υπαρκτού» που τώρα τον ψηλαφούσαν στην υπαρκτική ελευθερία της Τριαδικής Αγάπης.

Με άλλα λόγια, το ζητούμενο της μεταφυσικής αναζήτησης, τόσο για τον αρχαίο όσο και για τον εκχριστιανισμένο Ελληνισμό, δεν ήταν μια υπερβατική πληροφορία, αλλά ένας «τρόπος υπάρξεως»: η εμπειρία, η βίωση του «τρόπου» χάριζε τη γνώση της αλήθειας. Και ο «τρόπος» ήταν πάντοτε κοινωνικός, τρόπος κοινωνίας, μετοχής - κοινωνούμενης εμπειρίας, μετοχικής γνώσης. «Κατά μετοχήν του κοινού λόγου και θείου γινόμεθα λογικοί», έλεγε ο Ηράκλειτος. Ο δεδομένος τρόπος της λογικής κοσμιότητας του κόσμου ήταν για τον αρχαίο Ελληνα η οδός για την εμπειρική ψηλάφηση της αλήθειας. Και η ελευθερία του τρόπου της ερωτικής αυθυπέρβασης, η αγάπη όχι ως ατομική αρετή, αλλά ως κατόρθωμα ελευθερίας από τον ατομοκεντρισμό της φύσης και της ανάγκης -κατόρθωμα κοινωνίας της ζωής και της ύπαρξης- είναι για τον χριστιανό Ελληνα η οδός εμπειρίας του αληθούς.

Αν είχαν αρκεστεί και οι Ελληνες στην κατασφάλιση των ορμέμφυτων ατομοκεντρικών αναγκαιοτήτων, αν είχαν εκλάβει τη μεταφυσική αναζήτηση σαν ιδιωτική επιλογή και ατομική αρέσκεια, η ανθρωπότητα δεν θα είχε γνωρίσει την πολιτική και τη δημοκρατία: το κοινόν άθλημα να αληθεύει ο βίος. Δεν θα είχε γνωρίσει η ανθρώπινη ιστορία τον Παρθενώνα και την Αγια-Σοφιά, το αρχαιοελληνικό άγαλμα και την εκκλησιαστική Εικόνα, την τραγωδία και την ορθόδοξη λειτουργική δραματουργία.

Ομως, η ελληνική παράδοση ήταν έκπληξη και η έκπληξη δεν αντέχεται: Η μεσαιωνική (βαρβαρική τότε) Δύση φρόντισε να τη φέρει στα μέτρα του ορμέμφυτου ατομοκεντρισμού, να την παραχαράξει στα καίρια. Και ο Ελληνισμός, περιθωριοποιημένος ιστορικά, υποτάχθηκε μιμητικά στην παραχάραξη, έπαψε να υπάρχει ως πρόταση ή έκπληξη πολιτισμού. Οι άνθρωποι σήμερα λέμε «μεταφυσική» και εννοούμε ατομικές πεποιθήσεις, ιδεολογήματα και ψυχολογήματα. Λέμε «πίστη» και εννοούμε ιδιοκτησία απόψεων, όχι αγώνισμα εμπιστοσύνης. Λέμε «πολιτική» την εμπορευματοποιημένη μαφιόζικη εξουσιολαγνεία, λέμε «δημοκρατία» τα ολιγαρχικά προϊόντα μαγειρέματος των εκλογικών νόμων και «επικοινωνιακής» διαβουκόλησης ανέγνωμων ψηφοφόρων.

Ο Ελληνισμός έχει ιστορικά τελειώσει, η διαιώνιση του ελληνικού ονόματος από το ελλαδικό κρατίδιο είναι μόνο ντροπή: συσκότιση και διασυρμός μιας πρότασης πολιτισμού με πανανθρώπινη εμβέλεια. Σώζεται, ωστόσο, αλλοτριωμένη η πρόταση προκλητικά περιφρονημένη, αλλά ως ενεργός λαϊκή πράξη, στη δραματουργία και στην ποίηση του λατρευτικού εκκλησιαστικού γεγονότος. Και κορύφωμα των εόρτιων κύκλων αυτού του γεγονότος είναι η Μεγάλη Εβδομάδα - από σήμερα ώς και την επόμενη Κυριακή.

Αν κάποιος θέλει να ψηλαφήσει εμπειρικά τη μεταφυσική αναζήτηση ως άθλημα κοινωνίας και όχι ως ιδιωτική αρέσκεια, μπορεί να αξιοποιήσει το λείμμα: Ας ξεχωρίσει μιαν εκκλησιά, όσο γίνεται λιγότερο «εκσυγχρονισμένη». Και να χώνεται εκεί, σε μια γωνιά, εφτά μέρες, πρωί - βράδυ.

Ισως του χαριστεί η εμπειρία και γεύση της μετοχής.

 

Διάλειμμα παιγνιώδους αδολεσχίας

 

 

 

 

 

 

Μια ιδέα παιγνιώδης, πρόσφορη για διάλειμμα διαφυγής από τον πνιγμό και την κατάθλιψη του πολιτικού αδιεξόδου:

Κατά το πρότυπο της Ομάδας των Οχτώ πλουσιότερων χωρών του κόσμου (G8) να αναλάμβανε η Ελλάδα την πρωτοβουλία συγκρότησης ανάλογης ομάδας των χωρών με την πλουσιότερη κληρονομιά πολιτισμού στην ανθρώπινη Ιστορία.

Πολλές χώρες θα φιλοδοξούσαν αυτή τη διάκριση. Ομως να τη δικαιούνται μόνο εκείνες που η ιδιαιτερότητα του πολιτισμού τους δεν έμεινε κλεισμένη σε εθνοφυλετικά σύνορα, είχε ευρύτερη επίδραση, επηρέασε, περισσότερο ή λιγότερο, την παναθρώπινη εξέλιξη.

 

. Ο σκοπός συγκρότησης αυτής της ομάδας να είναι αντίστοιχος με εκείνον της G8: Οι πλουσιότερες χώρες του κόσμου έχουν το συμφέρον (κυρίως) και την ευθύνη (ως πρόσχημα) να μεριμνούν για τη λειτουργία της οικονομίας σε διεθνές επίπεδο. Οι χώρες με την πλουσιότερη κληρονομιά πολιτισμού έχουν (εκ των πραγμάτων) την ευθύνη να μεριμνούν για τον σεβασμό, την προστασία και την ενεργό αξιοποίηση των παραδόσεων πολιτισμού, των μνημείων πολιτισμού, της σπουδής των πολιτισμών σε πανανθρώπινη κλίμακα. Να μεριμνούν και να ενεργούν όχι απλώς σαν θεματοφύλακες ιστορικών - μουσειακών θησαυρισμάτων, αλλά με τη διευρυμένη έγνοια και ευαισθησία του αθέλητα προνομιούχου και εθελοντικά υπεύθυνου:

Να θυμίζουν τον πλούτο ζωής που κομίζει η επιδίωξη της ποιότητας, η προαγωγή τής κατά κεφαλήν καλλιέργειας, ο σεβασμός της μεταφυσικής αναζήτησης ως μήτρας πάντοτε των κορυφωμάτων του πολιτισμού. Να ενθαρρύνουν τις αντιστάσεις της ποικιλότητας των παραδόσεων πολιτισμού στην ομοιομορφοποιητική δυναμική της «παγκοσμιοποίησης».

Τα μέλη της ομάδας των πλουσιότερων χωρών δεν πρέπει να τα όρισε κάποια διεθνής θεσμική αρχή ή αυθεντία. Η ομάδα μάλλον θα συγκροτήθηκε με συνεννοήσεις μεταξύ των πρόδηλα υποψήφιων χωρών και το κύρος της ομάδας προφανώς βασίζεται στη δυναμική των λόγων που οδήγησαν την καθεμιά στον ουσιώδη για την παγκόσμια οικονομία ρόλο της. Αντίστοιχα και το κύρος της ομάδας των χωρών με την πλουσιότερη παράδοση πολιτισμού δεν μπορεί να αντλείται παρά μόνο από τη σοβαρότητα καθεμιάς στη διαχείριση της κληρονομιάς της, την ευφυΐα, την ειλικρίνεια σχεδιασμού και οργάνωση της συνεργασίας τους.

Επιπλέον, ο Ελληνας πρωθυπουργός ή Πρόεδρος της Δημοκρατίας που θα αναλάμβανε ποτέ την πρωτοβουλία των συνεννοήσεων για τη συγκρότηση τέτοιας ομάδας χωρών, πρέπει (κατά λογική ανάγκη) να είναι προσωπικότητα που να έχει κερδίσει τη διεθνή αναγνώριση και τον διεθνή σεβασμό για την υψηλή του καλλιέργεια, το κύρος της ανιδιοτέλειας, την πειθώ σοβαρού λόγου. Για να μην ανακαλεί το εγχείρημα συνειρμούς από τις φαιδρότητες της παπανδρεϊκής «Πρωτοβουλίας των Εξι αδεσμεύτων»!

Ποιες χώρες θα ήταν κοινά αυτονόητο να συγκροτήσουν την ομάδα των προνομιούχων κληρονόμων πολιτισμού; Σίγουρα η Αίγυπτος, η Ελλάδα, η Ιταλία. Μάλλον και οι δύο πανάρχαιες κοιτίδες ασιατικού πολιτισμού, η Κίνα και η Ινδία, παρά την υστέρηση των επιδράσεών τους σε ευρύτερη κλίμακα. Ισως το Ιράν, διαχειριστής του πολιτισμού των Περσών, αν και η αφομοίωσή του από τον αραβικό μουσουλμανισμό συνιστά ρήξη με το πολιτιστικό παρελθόν του. Ο αραβικός κόσμος και πολιτισμός πρέπει οπωσδήποτε να εκπροσωπείται, αλλά από ποιον; Πιθανόν από το Μαρόκο, αυτό σώζει την αμιγέστερη εμμονή και την καύχηση για την «αραβικότητά» του.

Μιλάμε λοιπόν για «Ομάδα των Επτά» - G7: Αίγυπτος, Ελλάδα, Ιταλία, Κίνα, Ινδία, Ιράν, Μαρόκο. Γόνιμος συνδυασμός μέγιστων και ελάχιστων σε μέγεθος χωρών, άνισων σε πλούτο, διαφορετικών σε «ανάπτυξη», ανόμοιων σε αντιστάσεις ιδιαιτερότητας, ανυποταξίας στον εξομοιωτικό εκδυτικισμό. Και θα κληθούν να συν-εννοηθούν και να συνεργαστούν σε κοινό διεθνή ρόλο. Να διαχειριστούν ευθύνες παρεμβάσεων που μόνο η άκρα ανιδιοτέλεια, η εξαιρετική ευφυΐα και η αρχοντική συμπεριφορά μπορούν, ίσως, να τις καταστήσουν αποτελεσματικές. Οχι τα χρήματα ούτε τα όπλα ή οι εκβιασμοί από θέσεως ισχύος.

Γιατί όχι και ο πανάρχαιος λαός των Εβραίων στην Ομάδα; Σίγουρα η ανθρωπότητα τούς οφείλει τη συνεπέστερη και θεμελιωδώς εμπειριοκεντρική εκδοχή του μονοθεϊσμού. Ομως, τον μονοθεϊσμό τους οι Εβραίοι τον ταύτισαν με τη στεγανά κλειστή εθνοφυλετική τους ταυτότητα. Μόνο χάρη στη γονιμοποίησή του από τον εκχριστιανισμένο Ελληνισμό ο εμπειρισμός της μεταφυσικής παράδοσης των Εβραίων έγινε πρόταση με εμβέλεια πολύ πέρα από τα όρια της «συναγωγής» και του γκέτο.

Ατομα εβραϊκής καταγωγής διέπρεψαν θριαμβικά στο πλαίσιο του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού της Νεωτερικότητας - και είναι ενδιαφέρον το ερώτημα: γιατί μόνο και αποκλειστικά εκεί μπόρεσαν να αναδειχθούν.

Ο Μαρξ, ο Φρόιντ, ο Αϊνστάιν, ο Κάφκα, ο Σένμπεργκ, ο Λεβί - Στρως, ο Λεβινάς, ο Στάινερ, ο Γούντι Αλεν και πολλοί άλλοι, ήταν τυπικοί εκφραστές του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού, δίχως στοιχεία εβραϊκής ιδιαιτερότητας. Τίποτα το αμιγώς εβραϊκό δεν κατέκτησε ποτέ πανανθρώπινο ενδιαφέρον, δεν έχουν δική τους συνεισφορά οι Εβραίοι στον πολιτισμό.

Αντίστοιχες προτάσεις και ενστάσεις θα προκύψουν ίσως και για άλλους λαούς τροφοδοτώντας γόνιμες συζητήσεις με αφορμή την ιδέα συγκρότησης της Ομάδας των Επτά. Το ουσιωδέστερο, ωστόσο, θα ήταν να υπάρξουν προτάσεις για την επιτελική - οργανωτική άρθρωση της προσπάθειας των πλουσιότερων σε κληρονομιά πολιτισμού χωρών. Ισως η συγκρότηση μιας μόνιμης (με σταθερή έδρα) γραμματείας με εξαιρετικά υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό και τεχνολογικό εξοπλισμό θα ήταν η αυτονόητη βάση. Ισως τακτές συναντήσεις κορυφής (αρχηγών κρατών) να υπηρετούσαν γόνιμα τους στόχους του εγχειρήματος. Πιθανόν να είναι προτιμότερη η διεθνής δικτύωση και δομή με πρότυπο περίπου τον «Ερυθρό Σταυρό» και την εθελοντική στράτευση στους στόχους.

Με τα κριτήρια του τρέχοντος πολιτιστικού «παραδείγματος» μια άλλη Ομάδα, χωρών με τον υψηλότερο δείκτη, στατιστικά καταμετρημένον, της κατά κεφαλήν καλλιέργειας, θα μπορούσε να λειτουργήσει πολύ αποτελεσματικότερα σε ρόλο προστασίας και αξιοποίσης των πολιτιστικών παραδόσεων που επηρέασαν την ανθρώπινη Ιστορία. Σίγουρα, κοινωνίες εξαθλιωμένες από την απαιδευσία, τον κομματισμό, τον «φιλαθλητισμό» και τον τζόγο καταλαβαίνουν τα περί πολιτισμού πολύ λιγότερο από τις κοινωνίες της Φινλανδίας ή της Ιρλανδίας.

Ετσι κι αλλιώς η ιδέα της G7 είναι μόνο παιγνιώδες φαντασιοκόπημα. Χρησιμεύει για να εξασφαλίσει μια ολόκληρη βραδιά συζητήσεων, σε καλή συντροφιά, δίχως να χρειαστεί ούτε μία αναφορά στα ονόματα: Αλαβάνος, Παπανδρέου, Μητσοτάκης, Καραμανλής. Μεγάλη ανακούφιση.

 

 

Κάποιοι βουλευτές να στασιάσουν

Η μεστή σε νοήματα προσευχή του πάστορα πριν από την ορκωμοσία του καινούργιου προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα. Οι θρησκευτικοί ύμνοι. Ο όρκος πάνω στη χριστιανική Βίβλο και τα λόγια του όρκου. Η καταληκτήρια στον προεδρικό λόγο επίκληση της ευλογίας του Θεού. Τίποτε από αυτά δεν έδινε την εντύπωση συμβατικής θρησκευτικής τελετουργίας. Τόσο οι αρχές και εξουσίες όσο και το πλήθος έδειχναν συνειδητή συμμετοχή στα τελούμενα, αυτοσυγκέντρωση, ενεργό κατάφαση. Αυτή η κοινωνία της μεταναστευτικής πανσπερμίας, της αποθέωσης στην πράξη του Ιστορικού Υλισμού, σώζει «σέβας θεών»: Τη συνείδηση ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει έστω και η ανάπηρη αντιπροσωπευτική δημοκρατία δίχως μεταφυσικό άξονα αναφοράς της ανθρώπινης ευθύνης.

Στην ελλαδική του παρόντος κοινωνία οι θρησκευτικές τελετουργίες που συνοδεύουν την πολιτική εθιμοτυπία κραυγάζουν τη νέκρα συμβατικών στερεοτύπων. Συνεχίζουν να υπάρχουν με την υποκριτική τάχα και συναίνεση των «συντηρητικών» και σε πείσμα της κεχηνώδους χλεύης των «προοδευτικών». Η διολίσθηση της ελλαδικής κοινωνίας σε παλιμβαρβαρικό μηδενισμό έχει εξαλείψει από τον δημόσιο βίο κάθε ρεαλιστική αίσθηση του «ιερού»: των δεδομένων της ζωής που μας υπερβαίνουν. Υπερβαίνουν τις πιστοποιήσεις μας, χειραγωγούν στην αναζήτηση «νοήματος» των υπαρκτών και της ύπαρξης. Ο μηδενισμός μηδενίζει τον σεβασμό των αινιγμάτων που η πάλη για την αποσφράγισή τους γεννάει τον πολιτισμό, μαζί και τη λογοδοσία ευθύνης του ανθρώπου για τους λόγους και τις πράξεις του.

Η τελετή ορκωμοσίας του αμερικανού προέδρου προκαλεί σε συγκρίσεις: Ενα «χθεσινόν έθνος», καθώς έλεγε ο Μακρυγιάννης, και να σώζει περισσότερα στοιχεία πιστότητας στο αρχαιοελληνικό «σέβας θεών» της δημοκρατίας από τους θλιβερούς Ελλαδίτες του βαλκανικού νότου. Γέννημα οργανικό ο λαϊκισμός του κυρίαρχου στην ελλαδική πολιτική μηδενισμού έχει απαξιώσει κάθε εθιμική έκφραση αρχοντιάς στη συμπεριφορά των μπροστάρηδων, κάθε κώδικα αποθησαυρισμένου πλούτου σημαινόντων ευπρέπειας, ιερότητας του πολιτικού υπουργήματος. Αγραβάτωτη αναίδεια ακκίζεται προκλητικά και χυδαιολογεί από το βήμα του Κοινοβουλίου, επαίρεται για την παραίτηση από το «κυρίως ανθρώπινον»: την ελευθερία των σχέσεων κοινωνίας, ελευθερία από την αυθαιρεσία της καταναλωτικής βουλιμίας.

Σίγουρα και στον θώκο του προέδρου των ΗΠΑ έχουν αναρριχηθεί πρόσωπα προκλητικού αμοραλισμού, βιαστές της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας ολόκληρων λαών, όπως και πρόσωπα μικρονοϊκής, άκομψης συμπεριφοράς. Ομως, οι παραχαράκτες του υπουργήματος δεν παγίωσαν σαν πολιτικό αυτονόητο την ύβρι, το σύστημα εξουσίας δεν εκφασίστηκε οριστικά, δεν αποκλείει την έκπληξη, την ξεχωριστή ποιότητα. Ετσι, όχι μόνο φτάνει ένας έγχρωμος στο προεδρικό αξίωμα, αλλά, το σημαντικότερο, φτάνει εκεί άνθρωπος που μοιάζει προικισμένος με εξαιρετική καλλιέργεια και ευαισθησία, χάρη, φινέτσα, πρόσωπο που φωτίζεται ολόκληρο από το παιδικό του χαμόγελο. Και είναι μάλλον η πρώτη φορά στον διεθνή πολιτικό στίβο, που βλέπουμε ηγέτη με τέτοια δημόσια συμπεριφορά προς τη γυναίκα του: Με αβρότητα και πηγαία γενναιοδωρία να της δίνει παντού προτεραιότητα, να την τιμά με κομψή διακριτικότητα στοργής και με το φωτεινό του χαμόγελο.

Συγκρίνουμε με την εικόνα του ελλαδικού παλκοσένικου της εξουσίας: Τον αέρα άξεστων, αγροίκων αποκυημάτων του συνδικαλιστικού γκανγκεστερισμού και του τραμπουκισμού των κομματικών νεολαιών, την καχεκτική μετριότητα των εκγόνων της οικογενειοκρατίας, την κωμικά επηρμένη ασχετοσύνη των ευνοημένων της δημοσιότητας (ηθοποιών, καλαθοσφαιριστών, προπονητών, εκφωνητών ραδιοφώνου και παρουσιαστών της τηλεόρασης) που έχουν κατακλύσει βουλευτικά έδρανα και υπουργικούς θώκους. Αυτή η ανθρώπινη ποιότητα έχει παγιώσει στην Ελλάδα επίπεδο «πολιτικών» αντιπαραθέσεων ποδοσφαιρικού κρετινισμού, διαβρωτικού πρωτογονισμού, μικρόνοιας και ευτέλειας. Είναι ανίκανοι αυτοί οι άνθρωποι να συζητήσουν, να πειθαρχήσουν σε απαιτήσεις λογικής συνέπειας, σε κανόνες κριτικού ορθολογισμού. Το μόνο που προσπαθούν είναι να μην αφήσουν τον συνομιλητή τους να μιλήσει, να του αντιτάσσουν τη δική τους προπαγανδιστική λογοδιάρροια. Συμπεριφορά, νοοτροπία και αντανακλαστικά αγροίκων φασιστοειδών.

Η ελλαδική κοινωνία δεν μπορεί να δώσει στον εαυτό της καλύτερη, αποδοτικότερη, αξιοπρεπέστερη ηγεσία. Είναι πια ανίκανη για ποιοτικές επιλογές. Οι φωνές που προειδοποιούσαν γι' αυτή τη συλλογική αναπηρία, δεν εισακούστηκαν. Οι καταβολές του μεθοδευμένου και μεθοδικού ευνουχισμού μπορούν να ανιχνευθούν στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της μεταδικτατορικής περιόδου: στην εν ψυχρώ κατάλυση των θεμελιωδών προϋποθέσεων λειτουργίας σχολικής εκπαίδευσης και πανεπιστημιακών σπουδών.

Ηρθε η ώρα να πληρώσουμε τα επίχειρα των πολιτικών μας επιλογών. Να καταλύεται η έννομη τάξη από το παραμικρό συνδικάτο οργανωμένων βουλιμικών απαιτήσεων, να παραλύουν οι πόλεις, πολίτες και περιουσίες να είναι έρμαια της παρανοϊκής βίας, να μαίνεται το έγκλημα ανεμπόδιστο. Οι μπουκωμένοι με αμύθητες επί χρόνια επιδοτήσεις αγρότες να νεκρώνουν το οδικό δίκτυο της χώρας, σαν στρατός κατοχής, με αναρίθμητα, υπερσύγχρονης τεχνολογίας, πανάκριβα τρακτέρ, εκβιάζοντας να συνεχίζεται επ' άπειρον το τρελό φαγοπότι των χαράμι επιδοτήσεων.

Είναι πολλά τα σημάδια ότι, ώς τον Απρίλη που έρχεται, εξαντλείται η δυνατότητα του κράτους να πληρώνει μισθούς υπαλλήλων και συντάξεις. Και η κυβέρνηση θα καταφύγει σε εκλογές, για να μεταβιβάσει στους αντιπάλους της τον εφιάλτη διαχείρισης της χρεοκοπίας. Δηλαδή: οι παταγωδώς ανίκανοι και ντροπιαστικά διεφθαρμένοι θα παραδώσουν το κράτος στους αετονύχηδες πρώτους διδάξαντες τον μηδενιστικό αμοραλισμό, αυτούς που ξεθεμέλιωσαν κάθε έρεισμα κοινωνικής συνοχής, κάθε σέβας του «ιερού» στην Ελλάδα.

Αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, η πλειονότητα των ψηφοφόρων εξακολουθεί, βοσκηματωδώς, να εξαρτά την ηγετική ικανότητα των κομματικών αρχηγών από το φετίχ του οικογενειακού τους ονόματος. Είπαμε: αυτό το επίπεδο ορθολογισμού και κριτικής σκέψης παρήγαγαν και παράγουν τα σχολειά μας. Οπαδοί (και αρκετοί βουλευτές) της αξιωματικής αντιπολίτευσης αρνούνται την εξόφθαλμη δραματική ανικανότητα του αρχηγού τους με το επιχείρημα: «αποκλείεται να βγήκε σκάρτο το σπέρμα του Ανδρέα»! Η αντίστοιχης οξύνοιας προστακτική που συνάγουν οπαδοί και βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος από την ταπεινωτική αποτυχία του καραμανλικού εκγόνου, είναι να στραφούν στο μητσοτατικό έκγονο: να προκύψει «αχτύπητο» δίδυμο, με το ανδρεϊκό σπέρμα, πολιτικής ανεπιτηδειότητας.

Αν υπάρχουν βουλευτές στα δύο «κόμματα εξουσίας» με απερίτμητη νοημοσύνη και ανιδιοτελή πατριωτισμό, οφείλουν να στασιάσουν. Να ανατρέψουν το σημερινό, αποδεδειγμένα άγονο πολιτικό σκηνικό, να υποχρεώσουν σε ριζικές ανακατατάξεις. Το οφείλουν στην προσωπική τους αξιοπρέπεια, στην ποιότητα ζωής των παιδιών τους, στον σεβασμό της «ιερότητας» του κοινωνικού αθλήματος, δηλαδή της ανθρωπιάς μας.

 

Πού είναι οι «πνευματικοί άνθρωποι»;

Η κατάρρευση του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα σήμερα είναι εξόφθαλμη: Τα υπάρχοντα κόμματα αδυνατούν να δώσουν λύσεις (ή να τις υποδείξουν με ρεαλισμό) σε βασικά και στοιχειώδη προβλήματα του κράτους και της κοινωνίας.

Αδύνατο να πετύχουν και το ελάχιστο της συναίνεσης προκειμένου να αντιμετωπιστούν εφιαλτικά συμπτώματα κοινωνικής διάλυσης - η αλογία και βία της οχλοκρατίας, η εγκληματική καπηλεία του πανεπιστημιακού ασύλου, η επιμονή της κομματικής ιδιοτέλειας να ασελγεί στον ψυχισμό της νεολαίας.

Η αδυναμία συναίνεσης στα στοιχειώδη συνοδεύεται (ή και προκαλείται) από την κραυγαλέα ανικανότητα και ολιγότητα των κομματικών αρχηγών, τα σπιθαμιαία τους (ως προς τις απαιτήσεις των καιρών και το παρελθόν πολιτισμού της χώρας) αναστήματα. Πανικοβάλλει τον πολίτη η τέλεια ανυπαρξία κριτικών διεργασιών στο εσωτερικό των κομμάτων: η δειλία των στελεχών και των μελών να κρίνουν τον αρχηγό, νηφάλια και υπεύθυνα να τον αμφισβητήσουν, όταν αποδείχνεται ανίκανος. Απελπίζει - το γεγονός ότι οι κομματικοί αρχηγοί εκλέγονται με κριτήριο, κυρίως ή και αποκλειστικά, τον εντυπωσιασμό των ολιγοφρενών: Για το οικογενειακό τους όνομα ή για το νεαρό της ηλικίας τους και το «κοκοράκι» των μαλλιών τους ή για τον τσαμπουκά μιας «αριστεροσύνης» που χυδαΐζει στο κοινοβούλιο με λόγο και εμφάνιση.

Εχοντας δεδομένη (και στατιστικά) την απαξίωση των κομμάτων κάποιοι πολίτες στρέφονται απεγνωσμένα, σαν σε σανίδα σωτηρίας, στους «πνευματικούς ανθρώπους». Τους ζητούν να βγουν μπροστά, να εκφράσουν τη λαϊκή αγανάκτηση, την οργή, τις απαιτήσεις της κοινωνίας των πολιτών, αυτοί να ηγηθούν καινούργιων πολιτικών σχηματισμών ενάντια στον φασισμό της συνδικαλισμένης ιδιοτέλειας, της ψηφοθηρίας που κολακεύει την κτηνωδία και την παράνοια. Τέτοιες προσδοκίες από τους «πνευματικούς ανθρώπους» ίσως υποδηλώνουν νοσταλγικές αναγωγές σε αγλαϊσμένα συμβάντα του παρελθόντος: Στη δήλωση του Σεφέρη ενάντια στη δικτατορία ή, προγενέστερα, στην πολιτική επιφυλλιδογραφία του Γιώργου Θεοτοκά, πιθανόν και στο εξοχότερο πολιτικό κείμενο της σύγχρονης Ελλάδας: «Τα δημόσια και τα ιδιωτικά» του Οδυσσέα Ελύτη.

Ξεχνούν όσοι προσβλέπουν στους «πνευματικούς ανθρώπους» ότι και τα τρία αυτά συγκινητικά παραδείγματα πολιτικής παρέμβασης έμειναν παντελώς ατελέσφορα - καμιά εξουσία δεν υπολογίζει κρίσεις, προτάσεις, υπογραφές διανοουμένων. Ακόμα και η καθολική θεωρητική καταδίκη του μαρξιστικού - λενινιστικού - σταλινικού ολοκληρωτισμού και των φρικωδών εγκλημάτων του δεν εμποδίζει να υπάρχουν ακόμα κόμματα που ευαγγελίζονται αυτή τη φρίκη ως οδό σωτηρίας και να ψηφίζονται σταθερά από το 10% περίπου των Ελλαδιτών.

Επίσης καθολικά, από στοχαστές και ιστορικούς, έχει καταδικαστεί το ένοπλο πραξικόπημα, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, του Κομμουνιστικού Κόμματος στην Ελλάδα - απέβλεπε να ενσωματώσει στανικά τη χώρα στον εφιάλτη του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και προκάλεσε πολυαίμακτο εμφύλιο πόλεμο. Κι όμως, η πάγκοινη θεωρητική καταδίκη δεν εμποδίζει τους ηττημένους του πραξικοπήματος (που εκ των υστέρων και οι ίδιοι αναγνωρίζουν ότι «ευτυχώς νικηθήκαμε») να είναι, τριάντα χρόνια τώρα, οι νικητές στο ιδεολογικό πεδίο. Εμπρακτα νικητές, δηλαδή αφέντες και κυρίαρχοι στα πανεπιστήμια, στα σχολειά, σε κάθε χώρο καλλιτεχνικής δημιουργίας, στα μέσα ενημέρωσης, στον έλεγχο των προϋποθέσεων δημόσιας προβολής οποιουδήποτε. Και μιλάμε όχι για τους κάποτε ανιδιοτελείς της Αριστεράς, αλλά για τους συμφεροντολόγους καριερίστες επιγόνους.

Φτάσαμε στο σημείο, ακόμα και της Ακαδημίας Αθηνών τα λογοτεχνικά βραβεία να δίνονται στα απονέρια της μαρξιστικής φενάκης και μάλιστα οι βραβευμένοι να απολογούνται δημόσια σαν υπόλογοι, επειδή δέχθηκαν να βραβευθούν από θεσμό - σύμβολο της «συντήρησης»! Σε ποια μετερίζια λοιπόν να αναζητήσουν οι πολίτες τους «πνευματικούς ανθρώπους» που με την ανιδιοτέλεια, την οξυδέρκεια, το κύρος ενός Σεφέρη, Ελύτη, Θεοτοκά θα μπορούσαν σήμερα να υποδείξουν ή να σαρκώσουν λύσεις εξόδου από το αδιέξοδο της κατάρρευσης του πολιτικού συστήματος;

Θέλει τόλμη για να ισχυριστεί κανείς ότι τον ρόλο που οι πολίτες προσδοκούν από τους «πνευματικούς ανθρώπους» τον αναλαμβάνουν σήμερα, σποράδην και χωρίς τυμπανοκρουσίες, κάποιες γραφίδες επαγγελματικής δημοσιογραφίας. Θέλει τόλμη ο ισχυρισμός γιατί σαν δημοσιογραφία φτάσαμε να λογαριάζουμε την κυρίαρχη στη δημοσιότητα εκδοχή του αδίστακτου κιτρινισμού, την πλημμυρίδα της ευτέλειας, το πρακτοριλίκι συμφερόντων, ντόπιων και ξένων. Γιατί κατεξοχήν η δημοσιογραφία, μαζί με τα πανεπιστήμια και τα σχολειά, δυναστεύεται από τις συντεχνίες και την τρομοκρατία της δήθεν Αριστεράς.

Ομως δημοσιογραφικός λόγος απροκατάληπτος, κριτικής τόλμης και θετικών ρεαλιστικών προτάσεων αρθρώνεται και κατατίθεται. Και είναι χρέος ελπίδας να τον εντοπίζουμε, να τον ξεχωρίζουμε, να τον τιμάμε. Είμαι έτοιμος να δεχθώ επίμεμψη για περιορισμένη οπτική, ίσως και για μεροληπτική προκατάληψη, αλλά καταθέτω όσα ο ίδιος πιστοποίησα - άλλοι ας διευρύνουν την πιστοποίηση. Θέλω λοιπόν να πω στον αναγνώστη μου ότι μέσα στον εφιάλτη της βίας, της παράνοιας, του αδίστακτου σε εγκλήματα φασισμού όπου βυθίστηκε η Ελλάδα από τη νύχτα της 6ης Δεκεμβρίου, αυτή εδώ η εφημερίδα που κρατάει στα χέρια του, η «Καθημερινή», κρίνω ότι λειτούργησε, πραγματικά, όπως οι πολίτες περιμένουν να λειτουργήσει η συνείδηση ευθύνης των «πνευματικών ανθρώπων».

Τα ανώνυμα κύρια άρθρα της εφημερίδας στις 9/12 (για την ανάγκη οικουμενικής κυβέρνησης), στις 11/12 (για το αδιανόητο να λειτουργήσει δημοκρατία χωρίς αστυνομία), στις 13/12 (για τη νομιμοποίηση της βίας από τον λαϊκισμό «προοδευτικών» καναλιών και ραδιοφώνων), στις 14/12 (με έκκληση στον πρωθυπουργό επιτέλους να τολμήσει), στις 16/12 (με έκκληση στους ψοφοδεείς πρυτάνεις να περιφρουρήσουν την ακαδημαϊκή ελευθερία), στις 21/12 (για την παρανοϊκή καπηλεία του ακαδημαϊκού ασύλου), στις 24/12 (για την υστερική δαιμονοποίηση της αστυνομίας), στις 30/12 (για την ανάγκη να δημοσιοποιηθούν τα οικονομικά μεγέθη της καταστροφής που επέφερε σε πανεπιστημιακά κτήρια η τάχα «οργισμένη» νεολαία). Κείμενα κορυφαίας πολιτικής εντιμότητας, σπάνιας ποιότητας δημοσιογραφικού λόγου. Τα άρθρα του Αντώνη Καρκαγιάννη, στις 7/12 (για τα νεοσοβιετικά οράματα που με στυλ φρικιού εξαγγέλλει ο Αλ. Αλαβάνος), στις 9/12 (για τις χιτλερικές «Νύχτες των Κρυστάλλων» που αναβίωσαν στην Αθήνα), στις 11/12 (για τη δημόσια ασφάλεια ως το πρώτο δικαίωμα που αφαιρούν από τον λαό οι δικτατορίες), στις 13/12 (για την τυμβωρυχία που αποτολμά ο κ. Αλ. Αλαβάνος), στις 14/12 (για τον φασισμό που κυοφορήθηκε με την, επί χρόνια τώρα, καταστροφή του σχολείου, της αυτοπειθαρχίας, του ασκητισμού της γνώσης), στις 18/12 (για το πελώριο ψέμα του «πανεπιστημιακού ασύλου» θεσμού βίας και τραμπουκισμού), στις 20/12 (για τις καταλήψεις ως προσχήματα κοπάνας και μόνο), στις 23/12 (για το φαινόμενο που λέγεται Τσίπρας). Συγκλονιστικές καταθέσεις, μνημεία τόλμης.

Τα κείμενα του Αλέξη Παπαχελά, στις 14/12 (για τους ανίκανους πολιτικούς, φιγούρες σε επιθεώρηση), στις 21/12 (για τον μηδενισμό της μεταπολίτευσης που φτάνει να χαρίζει τη νεολαία στους τρομοκράτες), στις 24/12 (για τη σήψη που συνεπιφέρει η απονομιμοποίηση της αστυνομίας και του κράτους). Κριτική οξυδέρκεια και αμείλικτη διαστολή της παράνοιας από την πολιτική διαμαρτυρία.

Ενδεικτικές παραπομπές. Υπάρχει δημοσιογραφία που λειτουργεί με τη συνείδηση της ευθύνης των «πνευματικών ανθρώπων». Να την τιμούμε.

 

Ανάσταση και ανορθόλογες λοιδορίες

Η εύκολη λοιδορία που αντιτάσσεται στη μεταφυσική είναι για τον τάχα ανορθόλογο χαρακτήρα της. Οι λοιδορούντες ταυτίζουν τη μεταφυσική με την παραίτηση από τη λογική σκέψη, τη μεθοδική ορθότητα, την κριτική λειτουργία του νου. Λογαριάζουν σαν προϋπόθεση της μεταφυσικής τα δόγματα, τις αξιωματικές αρχές, τις a priori παραδοχές.

Ξεχνάνε ότι η αριστοτελική, λ.χ., μεταφυσική (η συλλογιστική αναγωγή στην αναγκαιότητα ενός ακίνητου Πρώτου Κινούντος) είναι υπόδειγμα ορθολογικής, κριτικής μεθοδικότητας, δίχως ίχνος δογματισμών ή αξιωματικών απριορισμών. Μάλλον κάτι άλλο φαντάζονται σαν «ορθολογισμό», τον συγχέουν με την ενορμητική απαίτησή τους για βεβαιότητες που τις προσπορίζουν οι αισθήσεις. Οσοι λοιδορούν τη μεταφυσική σαν «ανορθόλογη», λησμονούν ότι προτάσεις απρόσιτες στην αισθητηριακή πιστοποίηση διατυπώνονται συχνότατα και ως επιστημονικές αποφάνσεις που αφορούν στην πραγματικότητα των ελάχιστων ή των μέγιστων διαστάσεων - τέτοιες προτάσεις δεν είναι αποκλειστικότητα της μεταφυσικής.

Να θυμίσω τα κοινότοπα της εκλαΐκευσης: Την «καμπυλότητα του χωρόχρονου», που ήταν άπειρη τη στιγμή της Μεγάλης Εκρηξης (Big Bang) και γίνεται άπειρη στο κέντρο των «μαύρων οπών» (Black Holes). Τις στοιχειώδεις μονάδες ύλης - ενέργειας που τις εντοπίζουμε και ως σωματίδια (ότα