Θάνατος και Απώλεια

Η πρώτη και η πλέον συνεχής επαφή μας με το θάνατο πραγματοποιείται μέσα από το αίσθημα της απώλειας . Μαθαίνοντας να κατανοούμε το θάνατο των άλλων και να τον βιώνουμε μέσα στους άλλους και στον εαυτό μας , μπορούμε να μάθουμε να τον αντικρίζουμε , και τελικά να αντιμετωπίζουμε το δικό μας θάνατο , αρχάς κατ ' ως δυνατότητα - και όντως ως μια βεβαιότητα , μια βεβαιότητα όμως που τόσο συχνά και τόσο εμφανώς έχει απομακρυνθεί από μας , ώστε να μην τη χαρακτηρίζουμε πλέον βεβαιότητα - και κατόπιν ως την ίδια την πραγματικότητα που μας πλησιάζει .

Ένα από τα άμεσα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόσωπο εκείνο που πενθεί , είναι η εμπειρία της μοναξιάς , το γεγονός ότι το μόνο πρόσωπο που κατά καιρούς τον ενδιέφερε , το πρόσωπο εκείνο που γέμιζε όλο το χώρο και το χρόνο και όλη την καρδιά του τον άφησε . Κι αν ακόμη το πρόσωπο που μας άφησε δεν μας είχε δώσει όλη του την καρδιά , αφήνει ωστόσο πίσω του ένα τεράστιο κενό . Όσο το πρόσωπο είναι άρρωστο προσφέρουμε πολύ περισσότερο χρόνο στη σκέψη . Οι δραστηριότητές μας συγκεντρώνονται και κατευθύνονται προς αυτό . Όταν το πρόσωπο πεθάνει , πολύ συχνά αυτοί που μένουν πίσω αισθάνονται ότι η δραστηριότητά τους είναι πλέον άσκοπη , δεν έχουν τουλάχιστον κάποιον άμεσο σκοπό , κέντρο και κατεύθυνση . Μια ζωή , όσο οδυνηρή και αγωνιώδης κι αν ήταν , έτρεχε σαν το ποτάμι . Τώρα όμως καταντάει ένας βάλτος .

Μοναξιά επίσης σημαίνει ότι δεν υπάρχει ούτε ένα πρόσωπο με το οποίο να μπορεί κάποιος να μιλήσει ή να το ακούσει , ή να το προσέξει , που να ανταποκρίνεται και να αντιδρά , και στο οποίο αυτός να αντιδρά και να ανταποκρίνεται . Το πρόσωπο που μας αφήνει είναι πολύ συχνά το πρόσωπο εκείνο που , στα δικά μας μάτια , μας έδινε την έσχατη αξία : το πρόσωπο εκείνο για το οποίο αξίζαμε , το πρόσωπο εκείνο που διεκδικούσε την ύπαρξη και τη σημασία μας .

Περισσότερο από μια φορά έχω αναφέρει , με την ευκαιρία κάποιου γάμου , τη φράση του Λέων Μπλόυ : « Το να πεις σε κάποιον " αγαπώ σ '" ισοδυναμεί με το να του λες " δεν θα πεθάνεις ποτέ " » . αυτό Αυτό ισχύει και σ ' το πλαίσιο . Το πρόσωπο που μας αφήνει δεν βρίσκεται πλέον εδώ για να διακηρύσσει την έσχατη αξία μας , την έσχατη σημασία μας . Αυτό το πρόσωπο δεν βρίσκεται πλέον εδώ για να μπορεί να πει « σε αγαπώ » , αυτό και γι ' χάνεται η αιώνια επιβεβαίωση και αναγνώρισή μας . Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το αντιμετωπίσουμε . Δεν είναι κάτι που πρέπει να το παραμερίσουμε , να το ξεχάσουμε ή να το παρακάμψουμε . Δημιουργείται ένα κενό και αυτό το κενό δεν πρέπει ποτέ να γεμίσει με τεχνητά πράγματα , αυτά που δεν αξίζουν μπροοτά σ ' που αντικαθιστούν .

Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αναγνωρίσουμε ότι ο πόνος είναι μία από τις εκφράσεις της αγάπης . Αν ισχυριζόμαστε ότι αγαπούμε αληθινά το πρόσωπο που μόλις αναχώρησε από αυτήν τη ζωή , πρέπει να είμαστε και έτοιμοι να το αγαπούμε μέσα από τον πόνο , με τον ίδιο τρόπο που κάποτε το αγαπήσαμε μέσα από τη χαρά - τη χαρά της επιβεβαίωσης , τη χαρά της κοινής ζωής . Aυτό απαιτεί θάρρος , και νομίζω ότι πρέπει πολλά να εξηγηθούν από την άποψη αυτή σήμερα , όταν τόσοι άνθρωποι , για να ξεφύγουν από τον πόνο , στρέφονται στα ηρεμιστικά , στο αλκοόλ ή σε οποιαδήποτε διασκέδαση , για να ξεχάσουν . Πιθανώς να επισκιάζεται ό , τι συμβαίνει σε μιαν ανθρώπινη ψυχή , συνεχίζει όμως να προχωρά , και αν δεν λυθεί , αφήνει το πρόσωπο φτωχότερο .

Ένα άλλο πράγμα που πρέπει το πρόσωπο που πενθεί να μάθει να μην κάνει ποτέ είναι να μιλά για τη σχέση αγάπης που υπήρχε σε αόριστο χρόνο . Ποτέ δεν πρέπει κάποιος να πει : « Αγαπούσαμε ο ένας τον άλλο » . Πρέπει πάντοτε να λέει : « Αγαπούμε ο ένας τον άλλο » .

Αν επιτρέψουμε στην αγάπη μας να μεταβληθεί σε αντικείμενο του παρελθόντος , πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν πιστεύουμε στη συνέχιση της ζωής του προσώπου που πέθανε . Αν το κάνουμε , πρέπει να ομολογήσουμε ότι είμαστε άπιστοι και άθεοι , με τη χειρότερη έννοια , και ότι αντιμετωπίζουμε τη ζωή από διαφορετική γωνία . Αν δεν υπάρχει Θεός , αν δεν υπάρχει αιώνια ζωή , τότε ο θάνατος πού επήλθε δεν έχει καμιά μεταφυσική σημασία . Αποτελεί ένα γεγονός της φυσικής ιστορίας . Είναι μια νίκη των νόμων της φυσικής και της χημείας , και ο άνθρωπος συνεχίζει να υπάρχει όχι ως πρόσωπο αλλά ως μέρος της φύσης . Σε κάθε περίπτωση , πρέπει να αντιμετωπίσουμε κατάματα είτε την πίστη μας , είτε την έλλειψη πίστης και να ενεργήσουμε ανάλογα .

Πολύ συχνά , αυτοί που μένουν πίσω αισθάνονται ότι το πρόσωπο που έφυγε δεv είναι μόνο μια δική τους απώλεια , αλλά μια απώλεια που στερεί όλους γύρω από κάτι το πολύτιμο - από μια λογική , μια καρδιά και μια θέληση , από κάποιον που ενεργούσε όμορφα και σωστά . Και αυτός που έχασε το πρόσωπο μένει επίσης με την απώλεια . αυτό Σ ' το σημείο πρέπει να θυμηθούμε - πράγμα ουσιαστικό - ότι όποιος ζει θέτει ένα παράδειγμα : ένα παράδειγμα για το πώς ζει κανείς καλά ή ένα παράδειγμα για το πώς ζει κανείς άσχημα . Πρέπει να μαθαίνουμε από όλους , ζώντες ή κεκοιμημένους , αυτό που είναι λάθος για να το αποφεύγουμε και αυτό που είναι σωστό για να το μιμούμαστε . Όποιος έχει γνωρίσει κάποιον που τώρα έχει πεθάνει , θα πρέπει να στοχαστεί βαθιά το σημάδι που η ζωή αυτού του ανθρώπου άφησε στη ζωή του . Πρέπει να στοχαστεί το είδος του σπόρου που σπάρθηκε στη ζωή αυτού του ανθρώπου και τον καρπό που αυτός έφερε .

Υπάρχει μια φράση στο Ευαγγέλιο που λέει πως « εάv μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη , αυτός μόνος μένει.Εάν δε αποθάνη πολύν καρπόν φέρει » . Αυτό ακριβώς μπορεί να συμβεί , αν στοχαζόμαστε με όλη μας την καρδιά , με το πνεύμα και με τη μνήμη , με όλη την ευαισθησία μας και την αίσθηση δικαιοσύνης , τη ζωή εκείνων που έχουν αναχωρήσει από αυτήν τη ζωή . Αν είχαμε το κουράγιο να χρησιμοποιήσουμε αυτό το ξίφος , που είναι ο λόγος του Θεoύ για να χωρίσουμε το φως από το σκοτάδι , να χρησιμοποιήσουμε όλη μας τη διάκριση για να ξεχωρίσουμε την ήρα από το σιτάρι , τότε , έχοντας συγκεντρώσει όσο σιτάρι θα είχαμε τη δυνατότητα να ξεχωρίσουμε , θα μπορούσε ο καθένας μας , ο καθένας που είχε γνωρίσει τον κεκοιμημένο , να φέρει πολύ καρπό στη ζωή του . ένα Μπορούμε να ζήσουμε σύμφωνα μ ' παράδειγμα που προσφέρεται και λαμβάνεται , να χωνέψουμε όσα αξίζουν να χωνευθούν από τη ζωή αυτού του προσώπου .

Στη Νεκρώσιμη Ακολουθία κρατούμε αναμμένα κεριά . Πιστεύω ότι αυτό υποδηλώνει δύο πράγματα . Το πρώτο , που είναι πολύ εμφανές , είναι ότι αναγγέλλουμε την ανάσταση . Στεκόμαστε κρατώντας αναμμένα κεριά με τον ίδιο τρόπο που στεκόμαστε στην εκκλησία το βράδυ της Ανάστασης . Στεκόμαστε επίσης δίνοντας τη μαρτυρία μας μπροστά στον Θεό ότι το πρόσωπο αυτό έφερε τουλάχιστον μια σπίθα φωτός στο λυκόφως του κόσμον , ότι αυτό το πρόσωπο δεν έζησε μάταια . Θα φυλάξουμε , θα προστατεύσουμε και θα μοιραστούμε αυτό το φως , έτσι ώστε να φωτίζει όλο και περισσότερους ανθρώπους , και αν είναι δυνατό να γίνει εκατονταπλάσιο .

αυτό Αν ξεκινήσουμε να ζήσουμε μ ' τον τρόπο , να γίνουμε η συνέχεια της επίγειας ζωής του κεκοιμημένου , αν ξεκινήσουμε να γίνουμε η συνέχεια όλων όσα ήταν ευγενικά , καλά , αυτό αληθινά και άγια σ ' το πρόσωπο , τότε αυτό το πρόσωπο πράγματι δεν έχει ζήσει μάταια και θα αισθανθούμε κι εμείς ότι πράγματι δέν ζούμε μάταια . Δεν θα υπάρξει μέσα μας χώρος για ελπίδες ενός άμεσου θανάτου , επειδή πρέπει νά επιτελέσουμε κάποια λειτουργία .

Μένουμε πίσω για να κάνουμε δυνατά όλα όσα είδαμε , όλα όσα ακούσαμε , όλα όσα νιώσαμε , να τα πολλαπλασιάσουμε και να τα σκορπίσουμε και να γίνουμε μια νέα αλυσίδα φωτός πάνω στη γη . Αν μπορέσουμε όμως να ομολογήσουμε πως το πρόσωπο που αναχώρησε από αυτήν τη ζωή ήταν για μας ένας θησαυρός , τότε « όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών , εκεί έσται και η καρδία υμών » . Πρέπει , αυτόν μαζί μ ' που εισήλθε στην αιωνιότητα , να ζήσουμε κι εμείς όσο το δυνατόν τελειότερα και βαθύτερα , στην αιωνιότητα.Επειδή είναι ο μόνος τόπος όπου μπορούμε να είμαστε μαζί με τον κεκοιμημένο . Αυτό σημαίνει ότι , καθώς όλο και περισσότερα αγαπημένα πρόσωπα αφήνουν αυτό το επίγειο προσκύνημα και εισέρχονται στη σταθερότητα και στη γαλήνη της αιώνιας ζωής , θα πρέπει να αισθανόμαστε όλο και περισσότερο ότι ανήκουμε όλο και τελειότερα και πληρέστερα σ ' εκείνο τον κόσμο , και ότι σταδιακά οι αξίες του γίνονται δικές μας .

Αν μάλιστα ένα από τα πολυαγαπημένα μας πρόσωπα , αν ένας από τους πολυτιμότερους θησαυρούς μας λέγεται Ιησούς Χριστός , τότε μπορούμε αληθινά , όσο είμαστε ακόμη πάνω στη γη , να λαχταρούμε , όπως ο απόστολος Παύλος , με όλη μας την ψυχή και όλο μας το μυαλό , με όλο μας το σώμα και όλη μας την καρδιά , την ημέρα που θα ενωθούμε αδιαίρετα μαζί Του .

Η αντιμετώπιση του δικού μας θανάτου είναι κάτι που το κάνουμε με τρόπους πολύ διαφορετικούς , σύμφωνα με την ηλικία μας και τις περιστάσεις . Αντιλαμβανόμαστε το θάνατο με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικές καταστάσεις και ηλικίες . Σκεφτείτε τα παιδιά που ακούν τη λέξη « θάνατος » . αυτόν Ίσως να διαθέτουν μια πολύ ασαφή ιδέα γι ' ή ίσως να έχουν ήδη χάσει κάποιο γονιό και να στενοχωριούνται στη μοναξιά τους . Τον αντιλαμβάνονται ως απώλεια , αλλά όχι ώς θάνατο καθαυτό .


Ένα παιδί μπορεί να πληροφορηθεί για το θάνατο με κάποιον τερατώδη τρόπο , που θα τον καταστήσει έτσι αποκρουστικό στα μάτια του , ή αντίθετα με κάποιον λογικό και υγιή τρόπο , όπως μας δείχνει η ακόλουθη ιστορία . Μια πολυαγαπημένη γιαγιά πέθανε μετά από μακρά και οδυνηρή ασθένεια . Με κάλεσαν στο σπίτι της και , όταν έφθασα , ανακάλυψα ότι τα παιδιά είχαν απομακρυνθεί . Ρώτησα γιατί και οι γονείς μου είπαν : « Δεν έπρεπε να αφήσουμε τα παιδιά να μείνουν στο σπίτι όπου υπήρχε ένας πεθαμένος » .
« Γιατί ? »
« Επειδή ξέρουν τι είναι θάνατος » .
« Και τι είναι θάνατος ? » ρώτησα .
« Είδαν κάποια μέρα ένα κουνελάκι κατακομματιασμένο από μία γάτα στον κήπο , και έτσι γνωρίζουν τι είναι θάνατος » .


Σκέφτηκα πως αν αυτή είναι η εικόνα του θανάτου που είχαν αυτά τα παιδιά , τότε θα ήταν υποχρεωμένα όλη τους τη ζωή να ζουν με μια αίσθηση τρόμου , οποτεδήποτε άκουγαν αυτήν τη λέξη , οπουδήποτε παρακολουθούσαν ένα μνημόσυνο , οπουδήποτε έβλεπαν ένα φέρετρο - ανείπωτος τρόμος κρυμμένος μέσα αυτό σ ' το ξύλινο κουτί .

Μετά από μακρά συζήτηση , κατά τη διάρκεια της οποίας οι γονείς μου είπαν ότι τα παιδιά θα κατέρρεαν ψυχολογικά αν τους επιτρεπόταν να δουν τη γιαγιά τους και πως η διανοητική τους κατάσταση θα ήταν δική μου ευθύνη , έφερα πίσω τα παιδιά .

Η πρώτη τους ερώτηση ήταν : « Τι είχε πράγματι συμβεί στη γιαγιά ? » Τους είπα : « Την ακούσατε πολλές φορές να λέει ότι λαχταρούσε να συναντήσει τον άνδρα της στη Βασιλεία του Θεού , όπου αυτός είχε προηγηθεί . Τώρα πήγε και αυτή » .


« Έτσι , είναι ευτυχισμένη » είπε ένα από τα παιδιά .
« Ναι » είπα .
Κατόπιν πήγαμε στο δωμάτιο όπου βρισκόταν η γιαγιά.Η ησυχία ήταν όμορφη.Η ηλικιωμένη γυναίκα , που το πρόσωπό της είχε ρητιδωθεί τα τελευταία χρόνια από τον πόνο , κειτόταν απόλυτα ακίνητη και ήρεμη .

Ένα από τα παιδιά είπε : « Αυτός λοιπόν είναι ο θάνατος » .

Και το άλλο συμπλήρωσε : « Τι ωραία » .


Εδώ έχουμε δύο μορφές της ίδιας εμπειρίας . Πρόκειται να επιτρέψουμε στα παιδιά να δουν το θάνατο σύμφωνα με το κατακομματιασμένο από κάποια γάτα κουνελάκι , ή θα τα αφήσουμε να δουν την ηρεμία και την ομορφιά του θανάτου ?

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία φέρνουμε τον νεκρό στο ναό όσο γρηγορότερα μπορούμε . Προσευχόμαστε μπροστά στο ανοιχτό φέρετρο .

Το πλησιάζουν ενήλικες και παιδιά Ο θάνατος δεν είναι κάτι που πρέπει να το κρύψουμε : είναι κάτι απλό και μέρος της ζωής . Και τα παιδιά μπορούν να παρατηρούν τον κεκοιμημένο και να βλέπουν τη γαλήνη στο πρόσωπό του .

Ασπαζόμαστε τον κεκοιμημένο . Αυτή δε τη στιγμή δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε να προειδοποιήσουμε τα παιδιά όταν θα ασπασθούν το μέτωπο του νεκρού που ήταν πάντοτε ζεστό , ότι τώρα θα το βρουν κρύο , και να τους πούμε , « αυτό είναι το σημάδι του θανάτου » . Η ζωή είναι ζεστή . Ο θάνατος είναι ψυχρός . Τότε το παιδί δεν θα τρομοκρατηθεί , επειδή διαθέτει την εμπειρία από ζεστά και κρύα πράγματα , που το καθένα έχει το χαρακτήρα και το νόημά του .

Andrew Walker - Κώστας Καρράς ( επιμ. ) , Ζωντανή Ορθοδοξία στον σύγχρονο κόσμο, μτφρ Ιωσήφ Ροηλίδης , εκδ . Εστία, Αθήνα 2001.