ΕΝΘΡΟΝΙΣΤΗΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ

08/06/2010 20:49


 

 

Του Σεβ. Μητροπολίτου Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

κ. Κυρίλλου

(Ι. Ναός Αγ. Δημητρίου Κηφισιάς, 8.6.2010)


Μακαριώτατε, Αρχιεπίσκοπε Αθηνών και πάσης Ελλάδος Κύριέ μοι Κύριε Ιερώνυμε,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαε, Τοποτηρητά της Ιεράς ταύτης Μητροπόλεως,
Σεβασμιώτατοι και Θεοφιλέστατοι Άγιοι Αρχιερείς,
Κύριοι Υπουργοί, Κύριοι Βουλευταί, Κύριοι Νομάρχες, Κύριοι Δήμαρχοι και Κοινοτάρχες,
Ευλαβέστατοι Πρεσβύτεροι της Εκκλησίας, Χριστού Διάκονοι,
Των Μοναχών και Μοναζουσών θεοφιλή συστήματα,
Λαέ του Θεού ευλογημένε,

Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλο­γία πνευματική, εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ). (Εφεσ. 1, 3-5).

Η χάρις του Κυρίου Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και η κοινωνία του Αγίου Πνεύ­ματος μετά πάντων υμών (Β' Κορινθ. 13, 13).

Αυτή η χάρις του Θεού η σωτήριος με αξίωσε πριν από 19 έτη της χαράς της ιερωσύνης. Αυτή η ίδια χάρις με αξίωσε να γίνω κήρυκας του Λόγου, του χαρμοσύνου της Εκκλησίας μηνύματος για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Σε ευχαριστώ, Δέσποτα Χριστέ, ο Θεός μου, που μολονότι είμαι ανάξιος, με έκανες κήρυκα της αληθείας Σου και με ευεργέτησες ποικιλότροπα μέχρι σήμερα, αναθέτοντάς μου υψηλά διακονήματα εντός της Αγίας Εκκλησίας Σου.

Αυτή η χάρις του Θεού η σωτήριος, με την τιμία ψήφο των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών, των συγκροτούντων την Ιεράν Σύνοδον της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, με ανέδειξε τον ελάχιστο, Επίσκοπο και Ποιμένα της Ιεράς Μη­τροπόλεως Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού.

Αυτή η χάρις του Θεού η σωτήριος με ανέδειξε φρουρό και πρωρέα του σκάφους της Εκκλησίας της οποίας άγρυπνος και ασφαλής Κυβερνήτης είναι ο Αρχιποίμην Ιησούς Χριστός.

Αυτή η χάρις του Θεού η σωτήριος με οδήγησε στον ιερό τούτο Μητροπολιτικό Ναό της Θεοσώστου Επαρχίας μας και δια των χειρών του Μακαριωτάτου Προκαθημένου της Αγιωτάτης Εκκλησίας μας, με ενθρονίζει σήμερον στον περίπυστον και υψηλόν τούτον Θρόνον, για να ποιμάνω στο εξής το λογικό του Κυρίου μας ποίμνιο της Το­πικής ταύτης Εκκλησίας.

Αυτή η χάρις του Θεού η σωτήριος με ανέδειξε φορέα της εκκλησιαστικής διακονίας, πνευματικό πατέρα του Ιερού Κλήρου και του ευσεβούς λαού του Θεού στην επαρχία μας.

Γι' αυτό και εγώ ο αμαρτωλός και ανάξιος του Κυρίου μου δούλος τα μεγαλεία των θαυμάτων του διηγούμενοςσυνεχόμενος φόβω, βοώ εν κατανύξει (Ευχή Μεγάλου Αγιασμού Φώτων, ποίη­μα Σωφρονίου Πατριάρχου Ιεροσολύμων).

Δοξάζω του πατρός και του Υιού την δύναμιν και Πνεύματος αγίου υμνώ την εξουσίαν (Στιχηρό αναστάσιμο Μεγάλου Εσπερινού Σαββά­του, Ήχος γ').

Ευλογημένοι μου Χριστιανοί που ζείτε στην Κη­φισιά και τους άλλους Δήμους της Μητροπολι­τικής μας Περιφερείας και σάς ενώνει η πίστι μας εις τον Ιησού Χριστό (Εφεσ. 1,2) ακούσατε του Επισκόπου σας.

Όπου συνάγονται οι πιστοί, εκεί ευρίσκεται ο Χριστός εν μέσω αυτών. Και όπου ευρίσκεται ο Χριστός εν μέσω του λαού του, εκεί πραγμα­τοποιείται και γνησία εκκλησιαστική σύναξις. Δια τούτο και ο Θεοφόρος Ιγνάτιος έλεγεν: όπου αν φανή ο Επίσκοπος, εκεί το πλήθος έστω. Αυτή η ευλογημένη σύναξις του πλήθους, η συρροή του λαού του Θεού, πραγματοποιείται σήμερον ενώ­πιον των οφθαλμών μας, αγαπητοί, και είναι απόλυτη ανάγκη να διαρκέσει. Δεν πρέπει να εξαντληθή εις τυπικήν υποδοχήν, εις εκδήλωσιν άπαξ τελεσθείσαν και μη επαναλαμβανομένην πλέον. Αν θέλωμε πράγματι να είμεθα Εκκλησία Χριστού, μέλη του Αναστάντος Σώματός του, πρέπει να παραμείνωμε άπαντες συνηγμένοι επί το αυτό. Έστω και αν προσωρινώς και σωματικώς χωριζώμεθα από τας ανάγκας του εφημέρου βίου, ποτέ δεν πρέπει να μας συμπνίξει η μέριμνα ούτως ώστε να λησμονήσωμε που πράγματι ανήκομεν, ποίου σώματος είμεθα αδιάσπαστα μέλη. Τίποτε δεν πρέπει να σταθή ικανό να μας χωρίση από το ζωηφόρο Σώμα του Χριστού, καμμία υπόθεσις του κόσμου τούτου δεν πρέπει να μας στερήση την υπερβολήν της Αγάπης Του. Ούτε θλίψις, ούτε στενοχωρία, ούτε διωγμός, ούτε λιμός, ούτε γυμνότης, ούτε κίνδυνος, ούτε μάχαιρα, ούτε θάνα­τος. Όλα αυτά δυνάμεθα να τα υπερνικήσωμεν εν όσω παραμένωμε εις το Σώμα δια του αγαπήσαντος ημάς.

Δια τούτο είναι τόσο σημαντική η σημερινή μας συνάθροισις, διότι έχει την υπέρ φύσιν δύναμιν να διαρκέση δια παντός. Αρκεί ο νους και η ψυχή μας να μην εγκαταλείψουν ποτέ αυτό τον ιερό χώρο, αρκεί η καρδία μας να μείνη πάντα εδώ, και τότε και τα πόδια μας θα μας επαναφέρουν συ­νεχώς εις τας αυλάς του Κυρίου, εις την μόνην σύναξιν όπου η καρδία και η σαρξ του ανθρώπου σκιρτά και αγάλλεται επί Θεόν ζώντα (Ψαλ. 83,3). Μακάριοι οι κατοικούντες εν τω οίκω Σου εις τους αιώνας των αιώνων αινέσουσί Σε (Ψαλ. 83,4) αναφωνεί ο ιερός ψαλμωδός επιβεβαιών ότι είναι δυνατή η διαιώνισίς μας εν τω οίκω του Σώ­ματος Του, ο αίνος μας είναι δυνατόν να διαρκή αιωνίως, αρκεί να μην παραιτηθούμε ποτέ από το όντως έργον μας, εκείνο το οποίο μας άνέθεσε εξ αρχής ο Δημιουργός και Σωτήρ πάντων ανθρώπων, μάλιστα πιστών (Α' Τιμ. 4,10).

Η ζωή των ανθρώπων, και μάλιστα των πιστών χριστιανών, δεν έχει νόημα, παρά μόνον εν όσω ευρίσκονται ομοθυμαδόν επί το αυτόΤούτος είναι ο τρόπος υπάρξεως των ανθρώπων ο μόνος σύμφωνος με το θέλημα του Θεού τρόπος υπάρξε­ως· εφ' όσον είμεθα όλοι εν σώμα και εν πνεύμα καθώς και εκλήθημεν, εν μά ελπίδι της κλήσεως ημών (Εφεσ. 4,4), τότε, και μόνον τότε, υπάρχομε καθώς θέλει ο Θεός, τότε μόνον είναι δυνατόν να ζήσωμε κατά Θεόν σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς (Τίτ. 2,12), τότε μόνον δυνάμεθα να εργασθούμε τα έργα του Θεού, τότε λάμπει το φως ημών έμπροσθεν των ανθρώπων, μολονότι εμείς δεν το επιδιώκομεν αυτό, τότε της Αγίας Τριάδος φανερούται το κράτος, διότι ακριβώς και εις αυτήν η ενότης κατακρατεί των διακρίσεων, και δια τούτο όσοι φθάνουν εις αυτήν την ενότητα, την καθ' ομοίωσιν της Αγίας Τριάδος, λατρεύουν ένα Κύριον, έχουν μίαν πίστιν, ομολογούν εν Βά­πτισμα, πιστεύουν εις ένα Τριαδικόν Θεόν, τον επί πάντων και δια πάντων και εν πάσιν (Εφεσ. 4, 5­6). Ο μη ερχόμενος επί το αυτό -διακηρύσσει ο θεοφόρος Ιγνάτιος- ούτος ήδη υπερηφανεί και εαυτόν διέκρινε. Έχει τεραστίαν σημασίαν το να μη διακρίνωμεν τον εαυτόν μας από τους άλλους αδελφούς, το να μην ξεχωρίζη ο καθείς εξ ημών από τους άλλους, το να μην εξατομικεύωμεν την εν Χριστώ ζωήν μας, αλλά να παραμένωμεν ενσωμα­τωμένοι ο εις εις τον άλλον, σύσσωμοι και συμμέ­τοχοι και συγκληρονόμοι Χριστού (Εφεσ. 3,6-Ρωμ. 8,17), μά ψυχή συναθλούντες (Φιλ. 1,27), σύμψυχοι, το εν φρονούντες (Φιλ. 2,2), εις τρό­πον ώστε να μη διακρίνεται κανείς άλλος εν μέσω ημών παρά μόνον Εκείνος, ο οποίος συνάγει τα διηρημένα εις ενότητα και τα τέκνα του Θεού τα διεσκορπισμένα (Πρβλ. Ιω. 11, 52) συναρμόζει εις ένα καινόν άνθρωπον ποιών ειρήνην (Εφ. 2,15) και γίνεται αυτός Κεφαλή υπέρ πάντα τη Εκκλησία, (Εφ. 1,22) ήτις εστί το Σώμα Αυτού, το πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου (Εφ. 1,23).

Χριστεπώνυμον πλήρωμα της Αγιωτάτης Μη­τροπόλεως Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού αυτός είναι ο λόγος της παρουσίας Επισκόπου ανάμεσά σας: εις τύπον και τόπον Χριστού. Η εις Χριστόν πίστις είναι συνεκτική δύναμις, ήτις εμποδίζει την αλλοίωση και την αλλοτρίωση. Μας συγκρατεί και μας συνέχει τόσον σφικτά, ώστε να καθίσται δυνατή και σήμερον η ενότης του πλή­θους το οποίον συναντώμε εις την πρώτην Εκκλησίαν, η ύπαρξις μιας καρδίας και μίας ψυχής όπως τότε, ούτως ώστε να μη δίδεται τόπος εις την διαίρεσιν και την ιδιοποίησιν (Πράξ. 4,32). Άλλην αυτοίς άπαντα κοινά, μας λέγει η Γραφή.

Μεταδοτικός και παραδοσιακός επλάσθη ο άνθρωπος. Δεν εκτίσθη δια να ζη δια τον εαυτόν του, αλλά δια να μεταδίδη και να παραδίδη εις τους άλλους κάθε δώρον και κάθε δυνατότητα δια της οποίας επροίκισεν αυτόν ο Δημιουργός.

Ουδείς εαυτώ ζη και ουδείς εαυτώ αποθνήσκει διαλαλεί ο Απόστολος Παύλος (Ρωμ. 14,7). Αυτό ακριβώς είναι η Εκκλησία. Μοιραζόμεθα την ζωή που μας έδωσε εξ ίσου ο Θεός. Γινόμεθα κοινωνοί των παθημάτων αλλά και της παρακλήσεως όλης της ανθρωπότητος. Και δια τούτο αξιούμεθα και της κοινωνίας Εκείνου που προσέφερε ολοκληρωτικώς τον εαυτόν Του υπέρ ημών και εξακολουθεί να τον προσφέρει εις τους Ιερούς Ναούς Του ως Θεία όντως Κοινωνία προς όλους όσοι ειλικρινώς παραμένουν αγαθοεργοί, πλουτούντες, εν έργοις καλοίς, ευμετάδοτοι, κοινωνι­κοί (Α' Τιμ. 6,18).

Την κοινωνία αυτήν οφείλομε να διατηρήσωμε μεταξύ μας και με τον Θεόν, ο οποίος εν προσώπω Ιησού Χριστού εξακολουθεί να την ενσαρκώνη: Ολικώς ημίν εκοινώνησεν ο Θεός εν μια των Αυτού Υποστάσεων. Μη παύσωμε να απολαμβάνωμε τις συγκλονιστικές δωρεές αυτής της ολικής κοινωνίας από της πρώτης ημέρας (Φιλ. 1,5) της εδώ αφίξεώς μου έως της συντελείας του αιώνος.

Κατά την ανεξιχνίαστη συγκατάβασι και μακροθυμία του Μεγάλου Αρχιερέως Ιησού Χριστού καθίσταμαι σήμερον Επίσκοπος της Θεοσώστου Μητροπόλεως Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού και κάθημαι εν μέσω της Εκκλησίας εις τύ­πον αυτού, με αποστολήν του Θεού την δόξαν και της Εκκλησίας την οικοδομήν, ως ο ιερός Χρυσόστομος διακηρύσσει. Καλούμαι, λοιπόν, να αγιάζω τον λαόν του Θεού δια των Θείων Μυστη­ρίων, να διδάσκω αυτόν πλουσίως, ορθοτομών τον λόγον της αληθείας, κυβερνών και κατευθύνων αυτόν εις νομάς σωτηρίους. Ιδού εγώ, λοιπόν, ο ελάχιστος εν τοις αδελφοίς μου, και ιδού η Εκκλησία. Όχι η Εκκλησία-οργάνωσις και υπη­ρεσία κρατικού τύπου, νομικόν πρόσωπον δημο­σίου δικαίου· ούτε η Εκκλησία-κοσμοθεωρία η ιδεολογία η σύστημα θρησκευτικών γνώσεων και ηθικών κανόνων, άλλ' η Εκκλησία - το Μυστικόν Σώμα του Χριστού, το χαριζόμενον ανάστασιν και ζωήν και αφθαρσίαν, και αποτελούν την κρίσιν της κρίσεως του κόσμου, κατά τον Άγιον Μάξιμον τον Ομολογητήν.

Αυτή η Εκκλησία σκεπάζει με την στοργήν της όλους τους ανθρώπους· τους εγγύς και τους μακράν και διαπορθμεύει επί αγαθούς και πονη­ρούς την ζωογονούσαν χάριν. Δεν είναι η Εκκλησία κλειστή λέσχη των θρησκευτικών ή των καθαρώνανθρώπων, μιας καθιερωμένης νοοτροπίας και μιας τυποποιημένης εμφανίσεως. Αλλ’ είναι η Μητέρα Εκκλησία όλων των ανθρώπων, όπως ο Θεός ουκ έστι μερικός Θεός, αλλά πάντων Πατήρ συμφώνως προς τον Ιερόν Χρυσόστομον. Ο Ιησούς Χριστός, η κεφαλή της Εκ­κλησίας, δεν ανήκει μόνον εις τους ανήκοντας εις Αυτόν, άλλ' αγκαλιάζει στοργικώς όλους τους ανθρώπους εντός της θαυμαστής ενότητος της Εκκλησίας, όπου οι άγιοι και οι αμαρτωλοί από κοινού προσδοκούν το έλεος και την φιλανθρωπίαν του εσφαγμένου Αρνίου και την θέαν της δό­ξης του Δεσποτικού Προσώπου. Η Εκκλησία, αντλούσα εκ της ακενώτου χάριτος, διαθέτει δύ-ναμιν δια την οποίαν οι άνθρωποι, πλην των αγίων, είναι ανυποψίαστοι. Η δύναμις όμως της Εκκλησίας δεν είναι κραυγαλέα, ούτε στηρίζεται εις τον πλούτον ή την κοσμικήν ισχύν.

Η δύναμις της Εκκλησίας είναι μία διαρκής εσωτερική και πνευματική επανάστασις, σκοπόν έχουσα την μεταμόρφωσι των ανθρώπων και του κόσμου εν πνεύματι αγίω. Η Εκκλησία διαβαίνει εις τον κόσμον και ιερουργεί την σωτηρία, δια των αιμάτων των μαρτύρων της και των δακρύων των οσίων της, και των στεναγμών των ταπεινωμένων και καταφρονεμένων παιδιών της, των πεινώντων και διψώντων την δικαιοσύνην, πλην ακραδάντως πιστευόντων ότι το αρνίον το αναμέσον του θρόνου ποιμάναι αυτούς και οδηγήσει αυτούς επί ζωής πηγάς υδάτων και εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον εκ των οφθαλμών αυτών (Αποκ. 6,17).

Αδελφοί μου, γνωρίζω ότι καθίσταμαι Επίσκοπος εις δύσκολον εποχήν.

Ίσως η ιστορία να ευρίσκεται εις το τέλος της και οι αποκαλυπτικοί χρόνοι να είναι ήδη γεγο­νός. Βαρεία η πνευματική ατμόσφαιρα εις όλον τον κόσμον. Θα έλεγε κανείς ότι σύμπασα η Οικουμένη αναπνέει με την βοήθειαν κάποιας φιάλης οξυγόνου, αναζητώσα απεγνωσμένως την ελπίδα δια να ζήση. Και όμως ο Χριστός, ελπίς του κόσμου, ευρίσκεται εν τω μέσω ημών, άγνω­στος ή και βλασφημούμενος δια την πολλήν αυτού αγαθότητα. Ομιλούμεν εις τας ημέρας μας διαπαγκοσμιοποίησιν της οικονομίας. Αποφεύγομεν να κάνωμεν λόγον δια την τραγικήν παγκοσμιοποίησιν της πνευματικής παρακμής και διαφθο­ράς η οποία σφραγίζει την εποχήν μας, ... έρρει τα καλά, γυμνά τα κακά, ο πλούς εν νυκτί, πυρσός ουδαμού, Χριστός καθεύδει (Γρηγ. Ναζιανζ. επι­στολή Ευδοξίω ρήτορι).

Βαρύ το χρέος του Επισκόπου, ο οποίος κα­λείται εν πολλή δοκιμή θλίψεως (Β' Κορ. 8,2) να ποιμάνη τον λαό του Θεού δια της προσωπικής του θυσίας, έως θανάτου ενίοτε, ακολουθών το παράδειγμα του κόκκου του σίτου που πίπτει εις την γην και αποθνήσκει και δια του θανάτου του υφαίνει τον στάχυν και ζυμώνει τον άρτον της ζωής.

Αδελφοί μου, έρχομαι προς υμάς εν πολλή τα­πεινοφροσύνη ως διάκονος σας. Ευαγγελίζομαι εις υμάς τον Ιησούν και την Ανάστασιν και την ειρήνην Εκείνου την πάντα νουν υπερέχουσαν.

Μείνατε εν τη Αγάπη Ιησού Χριστού και υπα­κούετε εις τον Επίσκοπον, ως και εκείνος εις τον Θεόν, καθώς αι Θείαι Γραφαί διακελεύουσι. Μό­νον δι' αυτού του τρόπου είναι δυνατόν να τηρηθή η ενότης εν τη Εκκλησία.

Μη σχίζετε τον ακέραιον χιτώνα του Χριστού και μη παρασυναγωγήτε και μη μερίζετε την Εκκλησίαν, προκαλούντες την οργήν του Θεού και διακυβεύοντες την σωτηρίαν σας.

Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα, Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς της Σεπτής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ευγνωμόνως παρακαλώ δεχθήτε τας ολοκαρδίους ευχαριστίας μου, διότι δια της τιμίας ψήφου υμών με αναδείξατε πρώτον Μητροπολίτην της αρτισυστάτου Μητροπόλεως Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού και Αγάπη ανυποκρίτω και τιμή τη εις εμέ ήλθατε σήμερον ενταύθα δια να ολοκληρώσετε το θαύμα. Δώη Υμίν Κύριος κατά την καρδίαν Υμών.

Εις Υμάς, Μακαριώτατε, τι να είπω και τι να λαλήσω, θα προσκρούσω εις την σεμνότητα και την ταπεινότητά Σας. Κατά τον ιερόν υμνωδόν ομολογώ την χάριν, κηρύττω τον έλεον, ου κρύ­πτω την ευεργεσίαν. Εύχομαι υγιείαν και μακροημέρευσιν και την προστασίαν της Παναγίας και του Αγίου Οσιομάρτυρος Εφραίμ του νέου του θαυματουργού, δια το δυσχερές έργον το οποίον επιτελείτε. Έχετε την υιικήν αφοσίωσίν μου και την ευπείθειαν. Παρακαλώ σημειώσατε την επιθυμίαν μου να συμβάλω με τις ταπεινές μου δυνάμεις εις την επιτυχή έκβασιν αυτού του έργου, προς δόξαν της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας.

Σεβασμιώτατοι και Θεοφιλέστατοι πατέρες και αδελφοί έχετε τις πολλές μου ευχαριστίες δια την εδώ παρουσία σας, η οποία με ενισχύει περίτρα­να.

Την κορυφαία αυτή στιγμή του βίου μου δημο­σίως και οφειλετικώς εκφράζω τις πολλές ευχαριστίες μου εις τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαον, Τοποτηρητήν μέχρι πρότινος της Ιεράς Μητροπόλεώς μας δια το επίπονον έργον της Τοποτηρητείας καθώς και εις τον Πανοσιολογιώτατον Αρχιμανδρίτην κ. Ιερόθεον Καλογερόπουλον, Πρωτοσύγκελλον αυτής. Σάς διαβεβαιούμεν ότι ου παυόμεθα υπέρ υμών προσευχόμενοι.

Δια τους εν τη θριαμβευούση και στρατευομένη Εκκλησία ευρισκομένους προκατόχους μου, ου παυόμεθα και υπέρ αυτών προσευχόμενοι.

Επειδή άγγελοι εστήκασιν θεωροί του βίου μου και των λόγων μου, τούτη την ώρα και επει­δή ο βίος βραχύς, η δε κρίσις μακρά (Ιωάννου Χρυσοστόμου, εις το του Ευαγγελίου ρητόν, και περί παρθενίας, και παραινετικός εις τους εκπεσόντας P.G. 64, 40), υποκλίνομαι ενώπιόν Σας και ζητώ τις προσευχές Σας. Προσευχηθήτε παρα­καλώ άπαντες, να είναι η επισκοπική διακονία μου αθόρυβη, άνευ παρατηρήσεως (Λουκά 17, 20). Να ομοιάζη με το ποτάμι εκείνο, το οποίο όσο περισσότερο νερό έχει, τόσο λιγότερον θόρυβο κάνει. Προσευχηθήτε η διακονία μου να προσελκύη καθημερινώς την χάριν του Κυρίου μας, δια την σωτηρία μου και την σωτηρία του λαού Του, την οποία μου εμπιστεύθηκε δια της εκλογής και της χειροτονίας μου.

Βλέπω συνηγμένους σήμερον εις την ιεράν αυτήν ομήγυριν τους όντως κοινωνικούς, τους προσφιλείς μου Μοναχούς καιΜοναχάς, οι οποίοι αφήκαν πάντα προκειμένου να κοινωνή­σουν ολικώς με τον Δεσπότην Χριστόν και τους Αγίους Του, αναπολώ τους κατά Χριστόν αγώνας μυριάδων ανωνύμων ασκητών, τον ιδρώτα της προσευχής των, την ιερουργίαν της ψυχής και του σώματος των εις τον βωμόν της υπακοής και της ασκήσεως. Είθε να με ηξίωνε ο Θεός της οσιακής τελευτής εκείνων. Είθε να αρπαγώ μετ' αυτών εν νεφέλαις, εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα (Α' Θεσ. 4, 13) συνεχίζων μετ' αυτών τους ύμνους εξ όλης καρδίας προς τον Αρχηγόν της σωτηρίας πά­ντων ημών, και κοινωνών φαιδρώ τώ προσώπω της εκείσε μακαριότητος ως έσχατος δαιτυμών αιωνίου Δεσποτικής Ξενίας.

Πατέρες και διάκονοι, Μοναχοί και Μοναχές της Ιεράς ημών Μητροπόλεως, συναλγούντες θα διακονήσουμε τον λαό του Θεού. Μαζί θα πορευ­όμαστε την οδό της Θεογνωσίας δια της ορθοπραξίας. Πρώτοι εμείς εις όλα τα θεάρεστα, ώστε καθορών να μας εμπιστεύεται και να μας ακολουθή ο λαός. Εμείς, όπως ο Κύριος μας, πρώτοι εις την Αγάπη, πρώτοι εις την τιμήν μεταξύ μας. Εμείς θα σπογγίσωμε τα δάκρυα του πονεμένου. Εμείς η βακτηρία εις τους γέροντες. Εμείς παιδαγωγία εις τους νέους. Εμείς η προστασία εις τον αδικημένο, τον χωρίς ελπίδα ξένο.

Είναι αλήθεια πως ο φθόνος και το καλόν της Εκκλησίας σώμα κατέτεμεν, εις διαφόρους και αντιπάλους σπουδάς μερίσας(Γρηγορίου Ναζιανζηνού, Λόγος 36,5 P.G. 36. 272). Όμως, εάν θέλωμε να είμεθα γνήσιοι ποιμένες, διάδοχοι των Αγίων Αποστόλων, ας μην φωλιάζη εις τις καρ­διές μας, όπως δεν φωλίαζε εις τις ιδικές τους, κανείς φθόνος, αλλά οι πάντες προς ένα ας αποβλέπωμε, την της Εκκλησίας οικοδομήν. Το γαρ της Εκκλησίας όνομα, συμφωνίας όνομα και ομονοίας εστί(Ιωάννου Χρυσοστόμου εις Γαλ. ομιλ. 1,3, P.G. 61, 616).

Λαοπρόβλητοι Άρχοντες, σάς τιμάμε και σάς αγαπάμε. Θα είμαι δίπλα σας για ό,τι καλό και ευλογημένο πράτετε για το λαό μας. Και σεις πα­ρακαλώ συμπαρασταθήτε και βοηθήσατε το έργο του νέου Μητροπολίτου. Σάς ευχαριστώ και σάς ευγνωμονώ όλους. Ίσως και να σάς προβλημάτι­σα σήμερα, γιατί ερχόμενος στην Κηφισιά, δεν έκανα κανένα προγραμματισμό του έργου μου. Με παρρησία δηλώνω πως δεν έχω κανένα δικό μου πρόγραμμα. Είμαι Επίσκοπος της Εκκλη­σίας του Χριστού. Το πρόγραμμά μου είναι το Ευαγγέλιον του Χριστού. Θα πράξω ό,τι επιτάσ­σει το Ευαγγέλιον. Ουκ άρξω εγώ... Κύριος άρξει υμών (Κριταί 8, 23), ο καλός Ποιμένας, ο Ιησούς Χριστός. Ας κρατήσουμε, λοιπόν, στα­θερή και ανόθευτη από ετεροδιδασκαλίες και αιρέσεις την ορθόδοξη πίστι που ομολογούμε (Εβρ. 4, 14). Έτσι, αντί να κάνω προγραμματικές δηλώσεις σε σάς και μάλιστα στην αρχή της Επισκοπικής διακονίας μου, θεωρώ ότι είναι προτι­μότερο να με κρίνη η Εκκλησία και το ποίμνιο μου, ο λαός μου, στο τέλος της πορείας μου εις την παρούσαν ζωήν και πέραν αυτής ο Δίκαιος Κριτής, την ημέρα εκείνη και ώρα που θα θελήση να του αποδώσουν λόγον οι δούλοι Του (Ματθ. 18,23).

Αγαπητοί αδελφοί, Πατέρες και συλλειτουργοί της εμής μετριότητος και περιούσιε λαέ του Θεού της Ιεράς Μητροπόλεως Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού, ασπάζομαι υμάς και ευλογώ τους οικείους σας εν ονόματι Ιησού Χριστού. Και προ­σεύχομαι υπέρ υμών προς τον Αρχιποίμενα Κύριον εκ των μυχιοτάτων της καρδίας μου. Στήκετε ορθοί εις την πίστιν· ανδρίζεσθε εις τον αγώνα δια την τελείωσίν σας· μισήσατε το σκότος και αγαπήσατε τα έργα του φωτός· εγκλείσατε εις τας καρ­δίας σας τον Χριστόν και την Ελλάδα. Ευλογώ υμάς ένα έκαστον. Εις αντίδοσιν, παρακαλώ προσεύχεσθε υπέρ εμού του αναξίου δούλου του Θεού και αγαπήσατέ με καθώς εγώ ηγάπησα υμάς.

Ο Αιώνιος Αρχιερεύς, Θεός Ιησούς Χριστός, δώη εις υμάς κλήρον και μερίδα μετά των αγίων Αυτού και εις εμέ μεθ' υμών, αδελφοί. Αμήν (Εκ της επιστολής του Αγίου Πολυκάρπου προς Φιλιππησίους Χ. ΙΙ, 2).